Η λογοτεχνική αξία του έργου του καθηγητή Τόλκιν είναι αδιαμφισβήτητη. Η υπεροχή του έργου αυτού μπορεί να εντοπιστεί σε κάθε επίπεδο και μέσα από κάθε οπτική βάσει της οποίας θα μπορούσε κάποιος να κρίνει. Γλωσσολογικά, σημειολογικά, λογοτεχνικά, σε επίπεδο πλοκής, ο Τόλκιν μας παρέδωσε, όχι μόνο μία «όμορφη ιστορία όμορφα δοσμένη», αλλά ακόμα και δικές του γλώσσες, δημιουργημένες εκ του μηδενός με την αξία και την δομή αληθινών γλωσσών. Αυτά είναι όμως λίγο ως πολύ γνωστά και υπάρχουν πολλοί μελετητές που έχουν ασχοληθεί με αυτές τις πλευρές του έργου του καθηγητή εκτενώς.
Υπάρχει όμως και μία πλευρά του εν λόγω έργου που δεν έχει σχολιαστεί ιδιαιτέρως. Πρόκειται για την αξία και της βαρύτητα της παραδοσιακής μυθοπλαστικής σκέψεως εντός του έργου του.
Όλοι όσοι ασχολούμαστε με την φανταστική λογοτεχνία γνωρίζουμε πως συχνά αυτή αντιμετωπίζεται ως «παραφιλολογία»- ιδιαίτερα στην χώρα μας που είναι ακόμα αρκετά συντηρητική όσο αφορά τέτοια θέματα. Ενώ αυτό το φαινόμενο οπωσδήποτε φανερώνει μία προκατάληψη, εν τούτοις, τολμώ να πω, πως σε γενικές γραμμές δεν είναι απόλυτα αδικαιολόγητο. Εάν παρατηρήσουμε, θα διαπιστώσουμε πως τα περισσότερα έργα, που εντάσσονται σε αυτό το λογοτεχνικό ιδίωμα, επαναλαμβάνονται και, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, αδυνατούν να μεταδώσουν την ατμόσφαιρα που επιδιώκουν, το ενδιαφέρον γρήγορα χάνεται, ενώ η απλοϊκότητα των χαρακτήρων επ’ ουδέν δεν μπορεί να προσδώσει βάθος σε οποιοδήποτε επίπεδο προβληματισμού- κάτι το τόσο απαραίτητο για τα σύγχρονα κριτήρια περί «καλής λογοτεχνίας».
Παρ’ όλα αυτά, ερχόμενοι σε επαφή με παραδοσιακές μυθολογικές αφηγήσεις, οι οποίες συχνά είναι αισθητά απλοϊκότερες από το πλέον απλοϊκό σύγχρονο έργο, δεν συμβαίνει το ίδιο. Από τα Αργοναυτικά και τα Ομηρικά έπη έως τις Σάγκες, τις Έδδες και την πληθώρα των Κελτικών μυθολογικών αφηγήσεων, η καθηλωτική, η μαγνητική ιδιότητα αυτών των έργων είναι πρόδηλη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο «Θάνατος του Αρθούρου» του Σερ Τόμας Μάλορυ (15ος αιώνας): Άκρως επαναλήψιμο, βαρετά απλοϊκό, πολύπλοκη αλλά ανούσια λογοτεχνικά πλοκή, γεμάτο από ανώφελη βία- κι όμως- έχει εμπνεύσει τόσες και τόσες γενιές ανθρώπων ακόμα και μη βρετανών (μη εξαιρουμένου εμού) που εκείνος ο μέγας καλλιτέχνης Ντάντε Γκαμπριέλλε Ροσέττι αναφώνησε πως «μαζί με την Βίβλο είναι τα σημαντικότερα βιβλία του κόσμου»! Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό; Πρόκειται για ενδιαφέρον ακαδημαϊκό; Οφείλεται μήπως στο ότι γνωρίζουμε πως οι μύθοι προέρχονται από το παρελθόν ενός έθνους; Πρόκειται για την γοητεία της κλειδαρότρυπας, καθώς οι ιστορίες αυτές ταξίδεψαν τόσους αιώνες δίνοντάς μας μία εντύπωση του σκέπτεσθαι και οράν των προγόνων μας; Μπορεί. Όμως απ’ ότι φαίνεται, σίγουρα, δεν είναι μόνο αυτά. Διότι εάν ήσαν μόνο αυτά, δεν θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε το γιατί το Τολκινικό έργο ασκεί ακριβώς την ίδια γοητεία στον αναγνώστη, πέρα και έξω από την λογοτεχνική του ποιότητα.
![Sir Galahad](https://tolkien.gr/wp-content/uploads/2014/03/Sir-Galahad-b.jpg)
Ας πάρουμε εδώ σαν παράδειγμα ένα άλλο ποιοτικό έργο φανταστικής λογοτεχνίας, με μεγάλη εμπορική επιτυχία: Το «Παιχνίδι των Θρόνων» του Τζώρτζ Μάρτιν. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως πρόκειται για ένα πολύ ποιοτικό λογοτεχνικό έργο, με υπέροχη και άκρως ενδιαφέρουσα πλοκή, καλογραμμένο και με την πολυπλοκότητα μίας πραγματικής ιστορίας. Οι χαρακτήρες είναι δουλεμένοι, ρεαλιστικοί, με βάθος, ενώ συχνά γίνεται εύκολη η σύγκριση με ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η αφήγηση γεγονότων είναι αρκούντως ρεαλιστικότερη απ΄ ότι στο έργο του Τόλκιν ενώ δίνει πολύ περισσότερα περιθώρια «κοινωνικού προβληματισμού», που, όπως είπαμε ήδη, για κάποιο λόγο είναι τόσο σημαντικός για τους σύγχρονους «κριτικούς».
Κι όμως, θα μπορούσε κάποιος να συγκρίνει το αντίκτυπο που έχει διαχρονικά το έργο του Τόλκιν με αυτό εκείνου του Μάρτιν; Πιστεύω πως πέρα από την οποιαδήποτε αντικειμενική ή υποκειμενική άποψη, είναι γεγονός πως το έργο του καθηγητή Τόλκιν είχε, έχει και (όπως φαίνεται) θα έχει την πρωτοκαθεδρία στον χώρο της φανταστικής λογοτεχνίας. Αυτή η υπεραξία του έργου του Τόλκιν, που δεν μπορεί να «πολεμηθεί» μέσα από την τεχνική- λογοτεχνική οδό, βρίσκεται στο ότι αντανακλά αυτούσια την σκέψη του πρωταρχικού, παραδοσιακού χαρακτήρα του ευγενούς ανθρώπου, που αναζητά την Αρετή μέσα από το Σύμβολο (δεν αναφέρομαι σε αλληγορία). Αυτή η διάσταση του έργου του είναι που του δίνει την σημαντικότητά του, καθώς ανταποκρίνεται σε αρχετυπικές ιδέες που ενέχονται στον ψυχισμό κάθε ανθρώπου, κατά τρόπο περισσότερο ή ολιγότερο συνειδητό, περισσότερο ή ολιγότερο «δυνατό».
Για να μπορέσουμε όμως να ανιχνεύσουμε αυτή την «αρετή» και τον «συμβολισμό», θα πρέπει πρωτίστως να εξ-ερευνήσουμε την σκέψη και την αντίληψη περί πραγματικότητας που είχε ο παραδοσιακός άνθρωπος- συχνά θεωρούμενος και ως «πρωτόγονος» άνθρωπος από τους σύγχρονους. Μία αντίληψη που σχετίζεται πρωτίστως και ριζικά με την ερμηνεία του υπερβατικού στοιχείου σε σχέση με την πραγματικότητα.
![The sleeping beauty](https://tolkien.gr/wp-content/uploads/2014/03/the_sleeping_beauty-b.jpg)
Το υπερβατικό στοιχείο στον Τόλκιν (όπως και στην παραδοσιακή σκέψη) δεν γίνεται αντιληπτό μέσω του διαχωρισμού ανάμεσα σε μία φυσική και μεταφυσική τάξη, αλλά αντανακλάται εντός των «πραγματικών» μορφών κατ’ αναλογία (εκεί ίσως μπορούμε να ανιχνεύσουμε την ερμηνεία της θέσης του καθηγητή πως το έργο του δεν περιέχει αλληγορία αλλά λέει ευθέως αυτό που θέλει να πει). Για παράδειγμα, όταν οι Βάλαρ αποφάσισαν να κρύψουν το Βάλινορ δεν εμφανίζονται να το αποσύρουν σε κάποιο μεταφυσικό εξωδιαστατικό τόπο (αν και αυτό είναι το νόημα), αλλά το έκαναν δυσπρόσιτο δια της θαλάσσης- η οποία θάλασσα μπορεί μεν εδώ να ερμηνευθεί συμβολικά με μεταφυσικούς όρους (π.χ.«αστρικό επίπεδο»- το υδάτινο στοιχείο ως μέσο σύνδεσης του πνευματικού με το πραγματικό, ο καθρέπτης της Γκαλάντριελ, το Εξκάλιμπερ κ.α.), αλλά ο συγγραφέας, πιστός στους παραδοσιακούς «κανόνες», δεν επιλέγει να το περιγράψει έτσι, αλλά με όρους πραγματικότητας! Αντιστοίχως, καθώς οι πραγματιστικές μορφές εντυπώνουν την υπερβατική ποιότητα, η αντίληψη περί αριστοκρατικότητας ως περιεχόμενο κρίνεται από ένα περιέχων που ανταποκρίνεται σε μία εσωτερική (υπερβατική) δεδομένη κατάσταση, η οποία ορίζει αντίστοιχα την σημασία του αξιώματος. Η μαγεία του Έλροντ είναι που κρατά έξω κάθε επίδοξο εχθρό. Η Γκαλάντριελ «βλέπει» κάθε εχθρό που εισέρχεται στην επικράτειά της. Η θνητή φύσις (καθώς ανταποκρίνεται στο πεπερασμένο, το χρονικό, το φθαρτό- άρα, τρόπον τινά, στο μη- υπάρχων ή το υπ-άρχων «τελών υπό κάποια αρχή») εξαρτά την μορφική και γενικότερα την υπαρξιακή της συντήρηση από το αιώνιο, το άχρονο, το υπάρχων ή το Άρχων- ως αυτό που είναι Αρχή το ίδιο. Κατά αυτή την έννοια η αθάνατη φύσις εκδηλώνεται στο πραγματιστικό επίπεδο στα όντα που κατορθώνουν να ταυτιστούν, κατά το περισσότερο ή ολιγότερο, με τις ιδιότητες της ανώτερης υπερβατικής διάστασης. Αυτή η «ανώτερη υπερβατική διάσταση» είναι που κρίνει τον κοσμικό άρχοντα, ως τον Άρχων, το Πολικό Σημείο γύρω από το οποίο περιστρέφεται ο κόσμος του, και όχι κάποια κοσμικά κριτήρια- όπως η στρατιωτική ή φεουδαρχική του δύναμη, ή κάποια άλλη κοινωνική, πραγματιστική ή ηθικοπλαστική αντίληψη ανθρωπίνων μέτρων.
![Orpheus and Eurydice](https://tolkien.gr/wp-content/uploads/2014/03/Orpheus_and_Eurydice-b.jpg)
Βλέπουμε πως σε κάθε περίπτωση, το συγκεκριμένο ορίζεται ως η αισθητή αντανάκλαση του αφηρημένου. Η αθανασία των ξωτικών καθώς και η μακροζωία των Νουμενόριανς (που γίνεται πιο έντονη στην Βασιλική Γενιά) αφορά αυτή την πολική συμβολική. Η διατήρηση αυτών των «μαγικών» ιδιοτήτων εξαρτάται από τον βαθμό που οντολογικά κάποιος ταυτίζεται με τις αφηρημένες αξίες που ανταποκρίνονται στην αιωνιότητα- δηλαδή την αλήθεια, την δικαιοσύνη και γενικότερα τις απόλυτες αναλλοίωτες αρετές. Μόνο όσο οι άρχοντες διατηρούν την πολική τους ιδιότητα είναι δυνατή η εξέλιξη σε επίπεδο συλλογικό. Το οριζόντιο επίπεδο μπορεί εσαεί να επεκτείνεται, για να μπορέσει όμως να αναχθεί σε κάτι ανώτερο, «κατά κάθετο άξονα», θα πρέπει να διαθέτει το κατάλληλο «κέντρο» ως σημείο στήριξης. Αυτός είναι ο λόγος που στους παραδοσιακούς πολιτισμούς, ο Βασιλιάς ήταν πάντοτε και ο υπέρτατος ιερουργός, ενώ συχνά ήταν ο μόνος που μπορούσε να τελέσει τα ανώτερα μυστήρια. Αυτή η ιδιότητα του Βασιλιά ως Γεφυρωτή ανάμεσα στο αισθητό και το υπεραισθητό διατηρήθηκε κατά τους χριστιανικούς χρόνους μέσω του παπικού θεσμού δια του τίτλου του Ποντίφικα («ο Γεφυρωτής»). Η ιερατική ιδιότητα της αριστοκρατικής τάξης θα αναλάμβανε πλέον εκ νέου την αίγλη της μόνο δια της ανάδειξης της κάστας του ιερού πολεμιστή, μέσα από το λειτούργημα της ιπποσύνης- (ας μην επεκταθούμε όμως εκεί). Ας μείνουμε στην σημασία που λάμβανε εντός της παραδοσιακής σκέψης η διατήρηση της υπερκόσμιας επαφής από μέρους του άρχοντα, ο οποίος λάμβανε την εξουσία του όχι από κάτω προς τα πάνω αλλά από πάνω προς τα κάτω και πάλι προς τα πάνω. Έτσι βλέπουμε πως, όταν οι βασιλείς του Νούμενορ διαφθείρονται καθώς απομακρύνονται από τις αξίες εκείνες που είναι σταθερές και εξωχρονικές (γινόμενοι άπληστοι και υλιστές), χάνουν ταυτόχρονα την μακροζωία τους και οδηγούν το λαό τους μέχρι της ολοκληρωτικής καταστροφής (διαπράττοντας την ύψιστη ύβρη της ισοθεϊας) με την βύθιση του νησιού τους (Ατλάντειος συμβολισμός). Η επιβίωση της φυλής είναι εφικτή μόνο μέσω της ανάδειξης μίας νέας αριστοκρατίας, η οποία επικυρώνει την εξουσία της όντας η θεματοφύλακας της αυθεντικής, αναλλοίωτης ιερουργίας.
![Dante and Beatrice](https://tolkien.gr/wp-content/uploads/2014/03/dante-and-beatrice-b.jpg)
Στην παραδοσιακή σκέψη αντίστοιχα, η έννοια της βασιλικότητας ταυτίζεται με την υπερβατική καταγωγή. Οι μορφές του κόσμου αντανακλούν (ή πρέπει να αντανακλούν) μία ιεραρχία που δεν «ξεκινά από το πραγματιστικό για να καταλήξει στο πραγματιστικό», αλλά ανταποκρίνεται σε μία αλληλουχία υπερβατικών εκπορεύσεων, ακριβώς όπως η σκέψη προηγείται της πράξης. Κάθε τι επιστητό μέσω των αισθήσεων, προϋποθέτει μία σύλληψη εντός του αφηρημένου, που ενώ πρώτα έχει εμπνευσθεί ως αρετή δια της πνευματικής ισχύος, συγκεκριμενοποιείται από την δημιουργική φαντασία και έπειτα εκδηλώνεται ως πραγματικότητα δια της εξωτερικής δράσεως- ακριβώς όπως ο αρχιτέκτονας πρώτα συλλαμβάνει στο μυαλό του τι θέλει («εμπνέεται»), έπειτα το σχεδιάζει και τέλος αναλαμβάνουν οι εργάτες να το υλοποιήσουν. Η ποιότητα του αποτελέσματος πάντοτε κρίνεται βάσει της ανταπόκρισής του προς την αρχική σύλληψη (μουσική των Άινουρ). Αντίστοιχα η ιεραρχία σε επίπεδο οντολογικό άλλά και θεσμικό (ξωτικά, άνθρωποι, βασιλείς κλπ), δεν ορίζεται μέσα από μία φαινομενολογική αντίληψη, δεν ξεκινά από το φαινόμενο για να καταλήξει στο φαινόμενο, αλλά εξαρτά την τάξη την οποία οφείλει να διατηρεί μέσα από την σχέση του με το αιώνιο. Στο βασιλικό αξίωμα διακρίνεται αναλογικά η ιδιότητα της σύλληψης και ενσάρκωσης των αξιών επάνω στις οποίες βασίζεται η συλλογικότητα και όχι το αντίθετο. Ακριβώς όπως ο Ήλιος είναι αυτόφωτος και διαχέει τις αρετές του φωτίζοντας τους πλανήτες (τους «περιφερόμενους») όντας ταυτόχρονα το κεντρικό σταθερό σημείο γύρω από το οποία αυτοί περιστρέφονται, ο Ελέσσαρ είναι το ηλιακό πρόσωπο στο οποίο συγκεντρώνονται οι αρετές εκείνες που τον καθιστούν πηγή ζωής, καθώς «τα χέρια του βασιλιά είναι τα χέρια του θεραπευτή». Ο Σάουρον μόνο τον Άραγκορν (έναν άνθρωπο εάν το καλοσκεφθείς…) φοβάται καθώς γνωρίζει πως και οι δικοί του υπήκοοι εξαρτούν την δύναμή τους από εκείνον ως έναν «αρνητικό ήλιο». Καθώς όμως εκείνοι αντλούν την θέληση τους από αρχές ενάντιες προς αυτές της αιωνιότητας, αυτές του υπάρχειν, γεννώνται, ζουν και δρούν μαζικά στερούμενοι οποιουδήποτε στοιχείου προσωπικότητας- εκτός κι αν πρόκειται για την εκπλήρωση ατομικών καταχρηστικών διεκδικήσεων. Έτσι, με την καταστροφή του αρχηγού τους πέφτουν στην απόλυτη απελπισία, στο χάος και την αυτοκαταστροφή. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να διατηρεί σε αυτούς κάποια εσωτερική ομοιογένεια. Κατά ένα διαφορετικό αν και παρ’ όμοιο («πτωτικό») τρόπο ο Φέανορ αποτελούσε κι αυτός έναν ήλιο, απομακρυσμένος όμως από τον «αληθή στόχο» δεν κατάφερε να μεταδώσει την «δύναμη της εξέλιξης» στους κληρονόμους του, παρά μόνο την αναζήτηση μιας ατομικιστικής επιδίωξης. Το τέρας της απληστίας, ο δράκος που ο ήρωας καλείται να υπερνικήσει, κρύβει πάντοτε θησαυρούς από χρυσάφι- ένα χρυσάφι που δεν αποτελεί παρά ένα ακόμα ηλιακό σύμβολο (αλχημιστική σύνδεση). Ο ήρωας καλείται να «σκοτώσει τον δράκο» (τις κατώτερες όψεις του) προκειμένου να διεκδικήσει «τον χρυσό», ανακτώντας τα δικαιώματά του στην κληρονομιά των προγόνων του.
![Pythagorean's Hymn Rising Sun](https://tolkien.gr/wp-content/uploads/2014/03/Pythagoreans-Hymn-Rising-Sunb.jpg)
Η αντι-υλιστική ταυτότητα των παραδοσιακών μυθολογιών (άρα και του Τολκινικού έργου) δεν βασίζεται ούτε εξασφαλίζεται από την εισαγωγή μεταφυσικών ή φαντασιακών αφηγηματικών στοιχείων (δράκους, μάγους, φαντάσματα κλπ), αλλά στην αποδέσμευση από τα όρια ανάμεσα στο χώρο του «είναι» και το χώρο του «γίγνεσθαι»- με άλλα λόγια- στην χειραφέτηση από την οποιαδήποτε θεωρητική άποψη ή θρησκευτικό δόγμα που εντάσσει την υπερβατική αντίληψη μέσα σε έναν λογικοφανή, συλλογιστικό εγκλωβισμό (αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που ο Τόλκιν διαφωνούσε με τον Λιούις όσο αφορά την εισαγωγή θρησκευτικών στοιχείων εντός της φανταστικής λογοτεχνίας). Αντιθέτως, στο έργο του Μάρτιν, βλέπουμε να αποτυπώνεται ως «πνεύμα» αποκλειστικά η επίτευξη της ιστορικής αληθοφάνειας μέσα από μία αμιγώς πραγματιστική σκοπιά, με έντονα τα στοιχεία της σύγχρονης ηθικής «ουμανιστικής» αντίληψης. Το φαντασιακό στοιχείο εμπεριέχεται μόνο ως «αλατοπίπερο» στο μαγείρεμα του φανταστικού του κόσμου και εξηγείται αποκλειστικά ως κάτι το «θαυμαστό και ξένο»- ανομοιογενές προς την πραγματικότητα και την φυσική νομοτέλεια και – εν τέλει- ανομοιογενές ως προς το συνολικό έργο.
Μπορούμε εδώ να συμπεράνουμε με κάποια ασφάλεια, πως αυτοί που ανατρέχουν στην αναζήτηση της φανταστικής λογοτεχνίας, στις περισσότερες περιπτώσεις, αναζητούν να ικανοποιήσουν αισθητικές ροπές που ανταποκρίνονται σε εσωτερικές, πνευματικές ανάγκες που δεν μπορούν να καλυφθούν μέσα από τα άλλα είδη της λογοτεχνίας- ακόμα κι όταν αυτό δεν γίνεται άμεσα και συνειδητά αντιληπτό από τους ίδιους. Εκεί οφείλεται η ιδιαίτερη γοητεία του έργου του καθηγητή, που δεν μπορεί ούτε να συγκριθεί ούτε να ξεπεραστεί. Εκεί οφείλεται η αδυναμία των επίδοξων μιμητών του, να συγγράψουν ιστορίες της Μέσης Γης αντάξιες του κόσμου του, χωρίς να είναι Masters της παραδοσιακής σκέψης και της μυθολογικής συμβολικής- ακόμα και εκεί που η τεχνική είναι παρούσα. Η ένταξη κοινωνικών, ηθικοπλαστικών αντιλήψεων, που ξεκινούν και καταλήγουν στο πραγματιστικό, με σκοπό τον «προβληματισμό», κατά την σύγχρονη έννοια, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην ειδική σημασία που λαμβάνει το μυθολογικό στοιχείο εντός της ανθρώπινης δημιουργικής φαντασίας. Η πολιτική και ανθρωπιστική διάσταση της σύγχρονης σκέψης που αποτυπώνεται στην κοινωνική ζωή και ηθική αντίληψη του σημερινού ανθρώπου, βρίσκεται σε πλήρη αντιδιαστολή προς τις παραδοσιακές αξίες που έχει εκ φύσεως φτιαχτεί να προβάλλει η μυθολογική αφήγηση. Άρα η εισαγωγή φαντασιακών στοιχείων στην λογοτεχνία χωρίς την κατανόηση της ειδικής σημασίας της παραδοσιακής σκέψης από μέρους του συγγραφέα, μοιραία θα θέτει πάντοτε το έργο του σε επίπεδο κατώτερο όχι μόνο αυτών των αυθεντικών μυθολογικών έργων, αλλά και των σύγχρονων κοινωνικών που έχουν μία σαφή και συγκεκριμένη δομή και στόχευση – και θα επισύρει την περιφρόνηση των «ειδικών» – ανεξαρτήτως του λογοτεχνικού του επιπέδου.
Γιώργος Σχοινάς