Την επόμενη φορά που η Ήβη Τζόνσον αποφάσισε να καλέσει για δείπνο την θεία, τον θείο και τα ξαδέλφια της Τζιλ, πρότεινε στη Τζιλ να καλέσει και τον Σαμ, να τους κάνει παρέα. Η Τζιλ το έκανε με μεγάλη χαρά, κι ο Σαμ, αν και αρχικά διστακτικός επειδή θα ήταν εκεί η Κέιτ, ήταν κρυφά πολύ χαρούμενος για την πρόσκληση.
«Ναι, θα ‘ρθω,» της είπε. «Αλλά – θα παίξεις άμυνα στη Κέιτ για μένα. Εντάξει;»
«Εντάξει!» είπε η Τζιλ.
Η θεία κι ο θείος έφτασαν το απόγευμα, με την Κέιτ και τον Ράστυ στο πίσω κάθισμα του μικρού φορτηγού τους. Ο Σαμ έφτασε λίγο αργότερα, κι αυτή τη φορά μπήκε από την μπροστινή πόρτα, όχι από κανέναν πίνακα ή καθρέφτη. Η συζήτηση στο γεύμα ήταν ζωηρή κι όλοι έμοιαζαν να έχουν καλή διάθεση. Αφού «καθάρισαν» τα μπωλ με τη σαλάτα, τις πιατέλες με το ψητό κρέας, το σκορδόψωμο και την κρέμα από σπαράγγια, οι νεαροί αποσύρθηκαν στη βιβλιοθήκη να περιμένουν το επιδόρπιο.
Η Τζιλ έβαλε τον Σαμ και τον Ράστυ να κάτσουν σε μαλακές πολυθρόνες και πήρε το πιο καινούργιο της βιβλίο με ιστορίες, να το δουν με την Κέιτ στον καναπέ. Η Κέιτ της εκμυστηρεύτηκε ότι ο Ράστυ δεν ήταν ο ίδιος μετά την τελευταία τους επίσκεψη, αλλά η αλλαγή ήταν σίγουρα για καλό. Ο Σαμ, κάπως ανήσυχος μετά το γεύμα, σηκώθηκε και άρχισε να εξετάζει όλα τα πόστερ και τους πίνακες που είχε κρεμάσει η Τζιλ στο δωμάτιο, σε κάθε επιφάνεια που δεν καλυπτόταν από ράφια με βιβλία.
Η Τζιλ παρακολουθούσε τον Σαμ όσο κουβέντιαζε με τη Κέιτ και κάποιες φορές τον έπιασε να παίζει με κάτι γύρω από τον λαιμό του. Χαμογέλασε, όταν κατάλαβε ότι μάλλον εξέταζε τους κόσμους πίσω από τις κορνίζες των εικόνων. Προσπάθησε να επικεντρωθεί στη συζήτηση με την Κέιτ. Πράγμα δύσκολο, όπως κατάλαβε γρήγορα, μιας και το μυαλό της Κέιτ ήταν συνεχώς στον Σαμ. Στην αρχή ήταν διασκεδαστικό, αλλά μετά από λίγο, η Τζιλ συνειδητοποίησε, ότι οι σκέψεις που “άκουγε” από την ξαδέλφη της ήταν το είδος για το οποίο της είχε προειδοποιήσει ο Πατέρας Χίλντεμπραντ.
«Υποθέτω πώς έχω πολλά να μάθω, μέχρι να γίνω ένας σωστός Συναισθητικός,» σκέφτηκε η Τζιλ.
Ο Σαμ, αφού εξέτασε όλες τις εικόνες, κατάλαβε ότι ή θα έπρεπε να πάει να κάτσει με τα κορίτσια στον καναπέ ή να βρει κάτι άλλο να κάνει. Έτσι, πλησίασε τη γωνιά που είχε πιάσει ο Ράστυ και παρατήρησε, ότι ο μικρός είχε ξαπλώσει στο χαλί και ζωγράφιζε. Του κινήθηκε η περιέργεια. Έκατσε σε βαθύ κάθισμα για να δει καλύτερα. ΟΡάστυτονκοίταξεκαιχαμογέλασε.
Κάτω από χέρα του Ράστυ, ο Σαμ είδε ένα τοπίο που δεν έμοιαζε με κανένα που είχε δει ως τώρα. Παράξενοι γκρεμοί, που έμοιαζαν οργανικοί, υψώνονταν πλάι σε ένα λιβάδι με ένα ρυάκι. Η απόδοση ήταν απλή, αλλά είχε μια πολύ ζωντανή ποιότητα, που ξάφνιασε τον Σαμ. Σιγά-σιγά άπλωσε το χέρι του κάτω από τον γιακά του κι έπιασε το ταξιδιωτικό ζαφείρι του. Το σκίτσο του Ράστυ άρχισε να λάμπει έντονα και να εμφανίζει ένα γαλάζιο χρώμα στο περίγραμμα.
«Ουου! Καταπληκτικό σκίτσο, Ράστυ!» είπε ο Σαμ.
Ο Ράστυ γέλασε. «Βρίσκεις; Αποφάσισα, ότι αφού η μαγεία είναι αληθινή, θα έπρεπε να ζωγραφίσω ένα μαγικό μέρος, που θα ήθελα να επισκεφτώ κάποτε. Κι αυτό είναι! Έχω κάνει και μια-δυο άλλες εικόνες του στο σπίτι. Το ονομάζω «Τάμαρινθ». ….”Δεν ξέρω αν σημαίνει κάτι αυτό. Απλά μου αρέσει ο ήχος του ονόματος..
«Τάμαρινθ», επανέλαβε ο Σαμ. «Μου αρέσει, Ράστυ! Ίσως εσύ κι εγώ μπορέσουμε να ταξιδέψουμε εκεί μια μέρα μαζί.»
Ο Ράστυ έλαμψε.
Η Τζιλ, από την άλλη άκρη του δωματίου “άκουσε” τη σκέψη που πέρασε στο μυαλό του Σαμ: «Πρέπει σίγουρα να μιλήσω στον κ. Λουκ γι’ αυτόν τον πιτσιρίκο…». Τότε, εκείνη χαμογέλασε, γιατί κατάλαβε ότι μια ακόμα περιπέτεια ήταν στα σκαριά…
Για το πρωτότυπο: http://jefmurray.com/framerunners/the-stories/