Στη Συντροφιά των Αγγέλων, επεισόδιο 15.2 – Ο Ηγούμενος (συν).

«Καλωσόρισες στη Ρώμη, αγαπητή μου,» είπε ο Ηγούμενος. «Είμαι ο Πατέρας Χίλντεμπραντ. Ο Σαμ, από δω, μου μιλούσε συνέχεια για σένα. Φαίνεται ότι έχεις κάνει μεγάλη εντύπωση και σε εκείνον και στα άλλα μέλη αυτού του Τάγματος!»

Η Τζιλ κοίταξε τον Σαμ, που είχε γίνει κατακόκκινος. «Απλά του είπα την αλήθεια» είπε ο Σαμ.

Ο Πατέρας Χίλντεμπραντ πέρασε τη Τζιλ στο δωμάτιο και την έβαλε να κάτσει μπροστά στο γραφείο. Ο Σαμ της έδωσε κρυφά ένα κομμάτι σοκολάτας και μετά σηκώθηκε να φύγει.

«Σε περιμέναμε μαζί, αλλά ξέρω ότι ο Πατέρας Χίλντεμπραντ θέλει να σου μιλήσει μόνη σου. Πάω να κουβεντιάσω με τον Αδελφό Κάρολ, έναν από τους μοναχούς. Θα είμαι ακριβώς απ’ έξω,» είπε και της έκλεισε το μάτι. Η Τζιλ ένοιωσε γι’ άλλη μια φορά να έρχεται από τον Σαμ μια έκρηξη χαράς, σαν εκείνη που είχε νοιώσει όταν ήταν μαζί στην Οξφόρδη. Ο Σαμ έκλεισε την πόρτα του γραφείου πίσω του και η Τζιλ τον άκουσε να μιλάει με κάποιον.

Γυρνώντας να κοιτάξει προς το γραφείο, η Τζιλ πρόσεξε ότι σε μια γωνιά είχε στηθεί μια βάση και ο Μούνιν ήταν κουρνιασμένος εκεί και περιποιόταν τα φτερά του. Δενήτανμέσασεκλουβί.

«Δεν φοβόσαστε μήπως πετάξει και φύγει;» ρώτησε η Τζιλ.

«Α, όχι,» είπε ο Ηγούμενος. «Βλέπεις, έχουμε κάνει συμφωνία». Πλησίασε το στήριγμα και άπλωσε το χέρι του. Ο Μούνιν πήδηξε στο μανίκι του και ο Ηγούμενος του χάιδεψε απαλά τον λαιμό. Τα μάτια του πουλιού έκλεισαν κι έδειχνε να απολαμβάνει την προσοχή.

«Πατέρα Ηγούμενε…;»

«Μπορείς να με λες Πατέρα Χίλντεμπραντ, καλή μου, ή απλά Πατέρα. Αυτόκάνουνόλοι».

«Να, Πατέρα, απλά αναρωτιόμουνα. Μιας και το κοράκι..εμ..ο Μούνιν, έχει προξενήσει τόσα προβλήματα, πώς ξέρουμε ότι δεν δουλεύει με τους Αμέντα; Εννοώ, πώς ξέρουμε ότι δεν είναι και το ίδιο κακό;»

«Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση. Η απλή απάντηση είναι, ότι τα ζώα, ακόμα και τα πιο έξυπνα όπως τα κοράκια, δεν είναι υπεύθυνα για πράξεις που άλλοι τα προτρέπουν να κάνουν. Δεν έχουμε τρόπο να ξέρουμε αν η κλοπή των Πετραδιών από τον Μούνιν είχε υποκινηθεί από τους Αμέντα ή αν απλά ήταν η φυσική περιέργεια του πλάσματος και το ενδιαφέρον του για τα όμορφα πράγματα, που προκάλεσαν αυτήν την πανωλεθρία. Τείνω να πιστέψω πως ήταν το πρώτο, και ότι ο Μούνιν παροτρύνθηκε να κλέψει τα πετράδια. Αλλά δεν είναι υπεύθυνος σε καμία περίπτωση. Δεν μπορούμε, βέβαια, να το ξέρουμε με σιγουριά, αλλά είναι μάλλον ασφαλές να υποθέσουμε ότι δεν αποτελεί περαιτέρω απειλή, αρκεί να τον κρατήσουμε μακριά από τους πίνακες!» Ο Ηγούμενο χαμογέλασε.

Μετά από λίγο, ο Πατέρας Χίλντεμπραντ έβαλε τον Μούνιν πίσω στο στήριγμα του και επέστρεψε στο γραφείο του.

«Τώρα, αγαπητή μου, Θέλω να σου δώσω την ευκαιρία να μου πεις τι συνέβη στον Ορμπαράτους με δικά σου λόγια. Και να απαντήσω όσες ερωτήσεις μπορεί να έχεις για τι συνέβη και γιατί. Δεν έχω όλες τις απαντήσεις, αλλά ευχαρίστως να μοιραστώ μαζί σου όσες έχω. Τοέχειςκερδίσεικαιμετοπαραπάνω».

Έτσι, η Τζιλ διηγήθηκε όλη την ιστορία των περιπετειών της, ακριβώς όπως το είχε κάνει για τον Καθηγητή στην Οξφόρδη, αλλά συνέχισε με την επιστροφή της με τον Σαμ στον Ορμπαράτους, την μάχη στην είσοδο της πύλης και το τελικό τους ταξίδι πίσω στην Πινακοθήκη.

Ο Πατέρας Χίλντεμπραντ άκουγε προσεκτικά, διακόπτοντας την μόνο αν ήθελε κάποια διευκρίνιση. Η Τζιλ σκέφτηκε ότι ήταν εξαιρετικός ακροατής και αναρωτήθηκε μήπως ήταν κι αυτός Συναισθητικός.  Προς έκπληξη της, της απάντησε δυνατά.

«Όχι, δεν είμαι Συναισθητικός. Δεν έχω αυτό το ταλέντο».

«Πώς ξέρατε όμως τι σκεφτόμουνα, αν δεν είστε;» ρώτησε η Τζιλ ξαφνιασμένη.

«Διότι, ως Συναισθητική, “σκέπτεσαι” κάπως δυνατά, καλή μου!» είπε ο ηγούμενος γελώντας. «Είμαι απλώς παρατηρητικός. Όμως, αντίθετα από εσένα και την Πολυδόρα, εγώ δεν μπορώ να προβάλω τις σκέψεις μου στους άλλους, ούτε να διαβάσω τις δικές τους. Το χάρισμα σου είναι θαυμάσιο, αλλά θα φέρει μαζί του πολλούς πειρασμούς όσο θα το κατανοείς καλύτερα. Να θυμάσαι πάντα να το χρησιμοποιείς με σύνεση και καλοσύνη. Με τον καιρό, θα ανακαλύψεις ότι αρκετά από αυτά που θα “ακούς” από τους άλλους, θα ευχόσουν να είχαν παραμείνει μυστικά».

«Δεν καταλαβαίνω, κύριε».

«Ίσως όχι ακόμα, αλλά ελπίζω να μπορέσουμε να σε διδάξουμε, πώς να κρατάς μακριά τις σκέψεις των άλλων, αν δεν έχεις άμεση ανάγκη να τις ακούσεις. Με αυτό τον τρόπο, θα σέβεσαι την δική τους ιδιωτικότητα και θα διατηρείς την δική σου ακεραιότητα» .

«Όμως, τώρα που άκουσα την διήγηση σου, τί περισσότερο θα ήθελες να μάθεις για τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας;»

«Να, Πατέρα,» είπε η Τζιλ, « μας μπέρδεψε όλους, νομίζω, η ανησυχία του Αδελφού Αζάριας για την πιθανή απουσία της πύλης. Δεν έμαθα τίποτα γι αυτό από τον Σαμ μέσα στη βδομάδα. Τιήτανόλοαυτό;»

Ο Πατέρας Χίλντεμπραντ χαμογέλασε και την πληροφόρησε ότι στην πραγματικότητα η Πινακοθήκη είχε όντως πυρποληθεί και ότι ο Αδελφός Αζάριας χρειάστηκε να ταξιδέψει στο παρελθόν για να αποτρέψει την πυρκαγιά.

«Οι πέντε άντρες που συνελήφθησαν δεν ήταν, φυσικά, αυτοί που είχαν υποκινήσει τον εμπρησμό…την απόπειρα εμπρησμού, καλύτερα. Αυτός ήταν κάποιος άλλος, για τον οποίο γνωρίζουμε μόνο λίγα πράγματα. Αλλά, το σημαντικό ήταν, ότι αποτρέψαμε το σχέδιο. Αν δεν τα είχαμε καταφέρει, ο  πίνακας που χρησιμοποιήσατε για να πάτε στον Ορμπαράτους θα είχε καταστραφεί στη φωτιά και η πύλη θα έλειπε. Βγάζειςνόημα;»

«Υποθέτω,» είπε η Τζιλ. «Μου είναι δύσκολο να βάλω αυτά τα πράγματα σε μια σειρά. Δεν έχω διαβάσει πολύ επιστημονική φαντασία. Υποθέτω πως με τέτοια θέματα καταπιάνονται τα βιβλία που αρέσουν τόσο στον Σαμ…»

«Τα ταξίδια στον χρόνο μπορούν να μπερδέψουν τον οποιονδήποτε,» είπε γελαστά ο ηγούμενος. «Ευτυχώς, το σχέδιο του Αδελφού Αζάριας δούλεψε, η πινακοθήκη σώθηκε κι εσείς μπορέσατε να επιστρέψετε με ασφάλεια. Δεν πρέπει να παίζει κανείς με τους Αμέντα κι όλοι εσείς βρεθήκατε σε μεγάλο κίνδυνο! Αλλά, μια και μιλάμε για τους Αμέντα, θέλω κάτι να σε ρωτήσω».

«Μάλιστα, κύριε;»

«Πιστεύεις ότι όλα αυτά που έζησες, έχουν αξία για σένα; Δηλαδή, οι εμπειρίες σου αυτές, είναι κάτι που θα ήθελες να ξαναζήσεις ή δεν θέλεις άλλα ταξίδια στην κορνίζα;»

«Με ρωτάτε αν θέλω να συνεχίσω να βοηθάω τον κ. Λουκ και τον Σαμ;» ρώτησε η Τζιλ. «Εννοείτε, δηλαδή, ότι υπάρχει τέτοια επιλογή;»

«Ναι, φυσικά και υπάρχει. Θέλω, όμως, να την σκεφτείς πολύ προσεκτικά. Βρέθηκες σε πολύ σοβαρό κίνδυνο και μάλιστα, με τρόπο που δεν θα μπορούσαμε να έχουμε προβλέψει. Επιβίωσες και βοήθησες με μοναδικό τρόπο να αποφευχθεί μια τεράστια καταστροφή. Όμως, εσύ κι ο Σαμ είσαστε πολύ μικροί ακόμα.  Σε ρωτάω αν θα ήθελες να συνεχίσεις να δουλεύεις με τον Σαμ και τον κ. Λουκ, τώρα που έχεις δει την πραγματικότητα του κινδύνου και του κακού που υπάρχει στον κόσμο, τόσο στον δικό μας όσο και στους άλλους. Δεν υπάρχει ντροπή ή ατίμωση στο να αποφασίσεις ότι δεν θα ήθελες πια να βοηθήσεις. Τα ταξίδια στην κορνίζα δεν είναι για τον καθένα!»

Η Τζιλ στάθηκε σκεφτική για μια στιγμή. «Πατέρα, καταλαβαίνω τι εννοείτε. Μου φαίνεται, όμως, ότι αν δεν είχα δει την δυσκολότερη πλευρά των ταξιδιών στην κορνίζα, θα ήταν πιο πιθανό να έπαιρνα λάθος απόφαση. Η περασμένη βδομάδα ήταν πολύ τρομακτική, αλλά θα τα ξανάκανα όλα αμέσως, αν ήξερα ότι έτσι θα βοηθούσα τους φίλους μου».

Ο ηγούμενος την παρατήρησε για αρκετή ώρα σιωπηλός, αλλά η Τζιλ δεν μπόρεσε να καταλάβει τίποτα από τις σκέψεις του.

«Σε αυτή την περίπτωση, το μόνο που μπορώ να πω, αγαπητή μου,» είπε ο Ηγούμενος, «είναι ότι τόσο ο Αζάριας, όσο και η Πολυδόρα, που τους εμπιστεύομαι απόλυτα όσον αφορά στην κατανόηση της ανθρώπινης φύσης, είχαν δίκαιο για σένα. Είσαι, όντως, ένα αξιοσημείωτο άτομο. Κι αν είναι επιθυμία σου να συνεχίσεις να βοηθάς τους φίλους σου, θα ήμουν χαζός να σου αρνηθώ την ευκαιρία. Υπάρχει, όμως, κάτι που πρέπει να φροντίσουμε, αν είσαι αποφασισμένη να μας βοηθήσεις».

«Τι πράγμα, κύριε;»

«Πρέπει να βεβαιωθούμε ότι στο εξής θα είσαι προφυλαγμένη από τους Αμέντα. Όλοι μας είμαστε προφυλαγμένοι και πρέπει να είμαστε, ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη δουλειά μας. Ξέρεις ότι οι Αμέντα έλκονται από τους κρυστάλλους, ναι;»

«Μάλιστα, κύριε,» είπε η Τζιλ.

«Με το πέρασμα των αιώνων, ανακαλύψαμε τρόπους να συγκαλύπτουμε το που βρισκόμαστε, καθώς και το αν έχουμε κρυστάλλους στην κατοχή μας. Αν είσαι διατεθειμένη, θα ήθελα να προσδώσω και σε εσένα αυτήν την προστασία. Έτσι, αν κάποτε στο μέλλον βρεθείς μόνη με έναν κρύσταλλο στην κατοχή σου, δεν θα δε προβληματίσουν οι “Ουρλιαχτές”, όπως τους λέει ο Σαμ».

Jill was more than happy to be rid of the Howlers going forward. So, Father Hildebrandt had her stand up. He retrieved a small silver jar and a book from his desk, and, reading in a soft voice, spoke over her words that seemed to be in Latin, and that Jill could only describe as a sort of a blessing. When the Abbot had finished reciting the words from the book, he marked her forehead and the palms of her hands with a fragrant oil taken from the silver jar.

Η Τζιλ ήταν πολύ χαρούμενη που θα μπορούσε να είναι απαλλαγμένη από τον φόβο των “Ουρλιαχτών”. Ο Πατέρας Χίλτνεμπραντ της είπε να σηκωθεί όρθια. Έφερε ένα μικρό ασημένιο κάνιστρο και ένα βιβλίο από το γραφείο του και διαβάζοντας με σιγανή φωνή, είπε από πάνω της λόγια που έμοιαζαν να είναι στα Λατινικά και που η Τζιλ θα μπορούσε να περιγράψει μόνο ως κάποια ευχή. Όταν ο Ηγούμενος τελείωσε με την απαγγελία του κειμένου, άλειψε το μέτωπο και τις παλάμες της με ένα αρωματικό έλαιο από το κάνιστρο.

«Ορίστε. Από εδώ και στο εξής θα είσαι απαλλαγμένη επί το πλείστον από τις σκοτεινές δυνάμεις του κόσμου των πνευμάτων,» της είπε χαμογελώντας. «Και, καλωσόρισες, αγαπητή μου. Καλωσόρισες στο FratrumSimulacrorum. Μπορείς να θεωρείς τον εαυτό σου ως Δόκιμη, αν θέλεις. Έτσι αποκαλούμε αυτούς που φιλοδοξούν να ενταχθούν στο τάγμα των Βενεδικτίνων. Και προσεύχομαι να βοηθηθείς και να ενδυναμωθείς στα χρόνια που έρχονται, όσο κι εσύ βοήθησες και ενδυνάμωσες εμάς».

«Ευχαριστώ, Πατέρα,» είπε η Τζιλ.

Ο Ηγούμενος επέστεψε το βιβλίο και το κάνιστρο στο γραφείο. Μετά πήγε στην πόρτα του δωματίου και την άνοιξε. «Σαμ, αν ο Αδελφός Κάρολ έχει τελειώσει μαζί σου, πιστεύω ότι η δις Τζόνσον είναι έτοιμη να επιστρέψει στο σπίτι της».

«Α,τέλεια!» είπε ο Σαμ. Μπήκε στο γραφείο λάμποντας. Στράφηκε στον Πατέρα Χίλντεμπραντ. «Άρα, θα είναιασφαλήςτώρα;» ρώτησε.

«Βεβαίως. Και μπορείς να την ρωτήσεις για όλα όσα είπαμε καθοδόν προς το σπίτι,» είπε ο Ηγούμενος γελώντας.

Το ταξίδι πίσω στην Πινακοθήκη ήταν κάπως πιο εύκολο για τη Τζιλ, πράγμα που απέδωσε στην νοστιμότατη σοκολάτα με φουντούκια, που τους είχε προμηθεύσει ο Ηγούμενος. Και πιστός στο λόγο του, ο κ. Λουκ της είχε ετοιμάσει μιαν έκπληξη με την άφιξη τους. Κρατούσε στα χέρια του ένα μικρό ασημένιο κουτί, δεμένο με ασημένια κορδέλα. Ετοιμαζόταν να της το δώσει, αλλά το σκέφτηκε καλύτερα και το έδωσε στην Πολυδόρα. Εκείνη γονάτισε μπροστά στη Τζιλ με το κουτάκι μέσα στις χούφτες των κομψών, εξαδάκτυλων χεριών της. «Εμπρός, άνοιξε το!» άκουσε η Τζιλ την φωνή της Πολυδόρας στο μυαλό της.

Πήρα το κουτί και το ξετύλιξε. Μέσα υπήρχε ένα ασημένιο δαχτυλίδι, ίδιο περίπου με αυτό που είχε χρησιμοποιήσει για να ταξιδέψει πριν. Μόνο που αυτό ήταν μικρότερο και πιο ντελικάτο. Το έμβλημα των Ταξιδιωτών της Κορνίζας ήταν χαραγμένο και στις δύο πλευρές του οβάλ ζαφειριού και μέσα στη βέρα ήταν χαραγμένα τα αρχικά της.

«Αυτό θα είναι το προσωπικό σου ζαφείρι από δω και στο εξής,» είπε ο κ. Λουκ, «όπως κι ο Σαμ, κι εγώ, έχουμε τα δικά μας»>

«Εγώ έχω τρία, στην πραγματικότητα!| είπε ο Σαμ, χαμογελώντας. «Και δεν πάω πουθενά χωρίς αυτά!»

«Ε, ναι, αυτό είναι αλήθεια. Αλλά όμως, ο Σάμιουελ είναι Πλοηγός, άρα χρειάζεται τους κρυστάλλους περισσότερο από το  καθένα. Η Πόλυ απ’ την άλλη, δεν έχει κανέναν δικό της γιατί δεν φεύγει ποτέ από την Πινακοθήκη. Αλλά αυτό ίσως να αλλάξει…»

«Τι εννοείτε;» ρώτησε η Τζιλ, «θα πάει κάπου η Πόλυ; Δεν θα συνεχίσει να είναι ο Φύλακας της Πινακοθήκης;»

«Ναι, βεβαίως θα είναι, μην φοβάσαι επ’ αυτού! Αλλά μετά την περιπέτεια μας την περασμένη εβδομάδα, είπε ότι θα ήθελε να μας συνοδεύει σε κάποια από τα μελλοντικά ταξίδια μας, αν το επιτρέπουν οι καταστάσεις. Λοιπόν, Τζιλ, με βάση αυτό το γεγονός και το ότι ίσως η Πόλυ να χρειαστεί σύντομα ένα δικό της κρύσταλλο, θα μπορούσες να κάνεις εσύ την τιμή προς τη Πόλυ…;» Ο κ. Λουκ εμφάνισε άλλο ένα ασημένιο κουτάκι και το έδωσε στη Τζιλ.

Η Τζιλ στράφηκε στην Πόλυ, που ήταν ακόμα γονατισμένη δίπλα της και έβαλε το κουτί στα χέρια της. Ύστερα αγκάλιασε την Φερρουμάρι και την έσφιξε δυνατά. Η Πόλυ ξετύλιξε το κουτί και έβγαλε από μέσα ένα δαχτυλίδι πολύ όμοιο με αυτό της Τζιλ, αλά πολύ μεγαλύτερο. Το χάραγμα στο μέσα μέρος της βέρας ήταν με χαρακτήρες που η Τζιλ δεν αναγνώριζε.

«Είναι τα αρχικά σου στο αλφάβητο των Φερρουμάρι;» σκέφτηκε προς τη φίλη της.

«Κάτι τέτοιο,» απάντησε η Πόλυ.

«Αλλά γιατί να θέλεις τώρα πια να φύγεις από τη Πινακοθήκη; Ειδικά μετά από όσα υπέφερες στον Ορμπαράτους; Εννοώ, ότι τελικά, εδώ είναι το σπίτι σου, Πόλυ…»

«Ναι, είναι. Αλλά δεν θα φεύγω παρά μόνο σε μεγάλη ανάγκη. Κι άλλωστε, κάποιος θα πρέπει να σε προσέχει στις περιπέτειες σου, Μικρούλα». Οι λέξεις που αντηχούσα στο μυαλό της Τζιλ ακολουθήθηκαν από το γνώριμο κουδούνισμα του γέλιου της Πολυδόρα.

Ο επίλογος της ιστορίας μας ακολουθεί την Παρασκευή.

Για το πρωτότυπο: http://jefmurray.com/framerunners/the-stories/