Ένα ωραίο άρθρο πάνω στις εμφανείς επιρροές που είχε το έργο του Τόλκιν πάνω στο μεταγενέστερο “Dragonlance”. Τροφή για σκέψη από την φίλη Ευγενία Αναστασοπούλου.
Ο “Άρχοντας των Δαχτυλιδιών” υπήρξε φάρος στη λογοτεχνία του φανταστικού. Πλήθος νέων αριστουργημάτων αναδείχτηκαν έχοντας ως πρότυπο το έργο του καθηγητή, εκατοντάδες κόσμοι με ξωτικά, νάνους και άλλες φυλές αναδύθηκαν.
Ένας τέτοιος κόσμος είναι η πολυαγαπημένη σειρά “Dragonlance” των Margaret Weis και Tracy Hickman (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Anubis). Διατηρώντας την πρωτοτυπία και τη μοναδικότητά του που το έκαναν διάσημο, το θρυλικό έπος αντλεί εμφανή στοιχεία από το σύμπαν του Τόλκιν. Ας εξετάσουμε μερικά:
Η ομοιότητα της φυλής των κέντερ με τα χόμπιτ: τα κέντερ είναι μικρόσωμα, ευκίνητα, ανέμελα και χαρωπά, χωρίς να μετέχουν στα δράματα του κόσμου γύρω τους. Τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά τους που τα διαφοροποιούν από τα χόμπιτ, είναι εμπνευσμένα από τον Μπίλμπο Μπάγκινς και τους περιπετειώδεις Τουκ και Μπράντιμπακ: τους αρέσουν οι χάρτες και οι περιπλανήσεις και είναι (ασυναίσθητα) μικροί ελαφροχέρηδες και διαρρήκτες, καθώς συνηθίζουν να “δανείζονται” πράγματα από τους άλλους και είναι ειδήμονες στο να παραβιάζουν κλειδαριές. Φιλοπερίεργα, με χιούμορ και χρυσή καρδιά, κουβαλούν πάντα πουγκιά γεμάτα άχρηστα πράγματα. Η κλασσική ερώτησή τους, όταν συναντούν ένα άλλο κέντερ: “τί έχεις στα πουγκιά σου;”, μας θυμίζει την ερώτηση του Γκόλουμ στο Μπίλμπο: “τί έχεις στις τσέπες σου;”. Πάντως, αντίθετα με τα χόμπιτ, έχουν παντελή ανοσία στο φόβο κι αυτό μειώνει τον προσδόκιμο όρο ζωής τους.
Ο Φίτζμπαν και ο Γκάνταλφ: και οι δυο ηλικιωμένοι μάγοι με γενειάδα, πλατύγυρο καπέλο και ραβδί, κρύβουν τη δύναμή τους (ο ένας είναι θεός, ο άλλος Μάια) πίσω από την ταπεινή τους εμφάνιση. Όταν όμως το απαιτούν οι περιστάσεις, η σοφία, η ισχύς (και η οργή τους) παρουσιάζονται γρήγορες σαν αστραπή. Διαθέτουν επίσης ένα ανεξάντλητο απόθεμα ευθυμίας και συμπόνοιας. Και οι δυο πεθαίνουν φαινομενικά στο πρώτο βιβλίο κάθε τριλογίας και επανεμφανίζονται στο δεύτερο. Στο τέλος της σειράς ο Φίζμπαν λέει: “Είχα τόσα ονόματα. Ε’λι για τα ξωτικά, Πάλανταϊν για τους ανθρώπους. Ακόμα και Φίζμπαν […] Κανένα από αυτά δε με εξυπηρετεί πλέον”. Παρέβαλε τα λόγια του Γκάνταλφ: “Πολλά είναι τα ονόματά μου σε πολλές χώρες. Μιθραντίρ ανάμεσα στα Ξωτικά. Θαρκούν για τους Νάνους· Ολόριν ήμουν στα νιάτα μου στη Δύση που έχει λησμονηθεί, στο Νότο Ινκάνους, στο Βορρά Γκάνταλφ· στην Ανατολή δεν πηγαίνω”.
Ο καλοσυνάτος, ισχυρός Ντούγκαν Ρεντχάμερ, με τους αστείους τρόπους, το φανταχτερό ντύσιμο, την πλούσια γενειάδα και κυρίως το καπέλο με το χρωματιστό φτερό, μας φέρνει αυθόρμητα στο νου την εικόνα του Τομ Μπομπαντίλ.
Η σφαίρα των δράκων έχει χαρακτηριστική ομοιότητα με τα Παλαντίρι. Χωρίς να έχει καλή ή κακή ιδιότητα, η χρήση της διαμορφώνεται ανάλογα με τη φύση του κατόχου της, ο οποίος για να την αποσπάσει από τον προηγούμενο αφέντη της και να τη θέσει υπό τον έλεγχό του, πρέπει να έχει πολύ ισχυρή θέληση. Ο βασιλιάς Λόρακ, όπως ο επίτροπος Ντένεθορ, εξαπατάται και παγιδεύεται σ’ ένα ψεύτικο εφιαλτικό όραμα της σφαίρας.
Μπορούμε να διακρίνουμε κι άλλες λεπτομέρειες. Για παράδειγμα, τη μετάλλαξη της ομορφότερης φυλής (των ογκρ) στην ασχημότερη και των καλών δράκων σε τέρατα, τους δρακόνιους, μέσω των δυνάμεων του κακού, όπως ο Σάρουμαν δημιούργησε τους Ούρουκ-Χάι ή όπως εικάζεται ότι τα Ορκ προήλθαν από τον βασανισμό και την διαστροφή των ξωτικών από τον Μόργκοθ. Και τον Πύργο του Υψηλού Ιερέα της πόλης Παλάνθας, ο οποίος, σαν το Φρούριο της Σάλπιγγας στο Φαράγγι του Χελμ “δεν έχει πέσει ποτέ όσο τον υπερασπίζονται άνδρες με τιμή”.
Αλλά τα αρχικά παραδείγματα φανερώνουν σαφώς την επιρροή της θρυλικής τριλογίας του Τόλκιν, που ενέπνευσε και συνεχίζει να εμπνέει τους συγγραφείς της λογοτεχνίας του φανταστικού για τη δημιουργία νέων, διαχρονικών έργων, τα οποία με τη σειρά τους θα αποτελέσουν σημεία αναφοράς για της επόμενες γενιές.
Ευγενία Αναστασοπούλου