Το δείλι χρωμάτιζε πύρινα τα αγέρωχα τείχη του Κάστρου, και οι κλαγγές των σπαθιών ηχούσαν πάνω από τις επάλξεις σαν εσπερινός. Στο επίνειο του, εκείνο της Γλαρέντζας, ελαφρύς λεβάντες ψιθύριζε μέσα από τους ερειπωμένους πύργους, καθώς εκείνοι ατέρμονα ατενίζουν στο πέλαγος, προσμένοντας να φανούν ξανά στον κόλπο της ξεχασμένα σκαριά πολεμικών και εμπορικών γαλερών. Λίγο πιο νότια, ένα άσημο κομμάτι γης, γεμάτο δέντρα αβοκάντο και λεμονιές, περιμένει να ζήσει τις δικές του μικρές, ασήμαντες, καθημερινές ιστορίες. Πως μπορεί ένας φακός να απαθανατίσει τόσο όμορφες εικόνες; Πως μια μηχανή να αποτυπώσει την μαγεία ήχων και συναισθημάτων;
Εντυπωσιασμένοι, τυχεροί θεατές και μάρτυρες της 4ης Μεσαιωνικής Αναβίωσης στο Κάστρο Χλεμούτσι, οι Άντζελα, Βίκυ και Σπύρος σκεφτήκαμε πως έπρεπε όλοι οι φίλοι μας του Συλλόγου να ζήσουν την επόμενη χρονιά αυτήν την ονειρική ατμόσφαιρα. Ήδη, λίγο αδόκιμα, λίγο βιαστικά, είχαμε δώσει υπόσχεση τιμής στον Βασίλη – αρχηγό της ομάδας αναβίωσης RitterHellas – πως ο Σύλλογος Tolkien, θα συμμετάσχει στην επόμενη Αναβίωση με πολλά άτομα. Το πιστεύαμε, παρά την δυσπιστία στα μάτια του. Το Δ.Σ αρχικώς και τα μέλη στην συνέχεια αγκάλιασαν με θέρμη την πρότασή μας. Η αλήθεια είναι πως ο καιρός περνούσε βασανιστικά αργά μέχρι να έρθει η ώρα, που θα θέταμε την εκδρομή επίσημα ως πρόταση και θα ξεκινούσε άλλο ένα υπέροχο ταξίδι προετοιμασιών. Όταν η στιγμή ήρθε, η αποδοχή και η ανταπόκριση όλων ήταν μοναδική. Όλοι έτρεξαν να εξασφαλίσουν την συμμετοχή τους και να ετοιμάσουν τις ενδυμασίες τους. Πολλά ταλέντα ξεδιπλώθηκαν στην περίοδο των ετοιμασιών. Με πολύ κέφι και φαντασία, πουκαμίσες μεταμορφώθηκαν σε τουνίκες, τουνίκες εμπλουτίστηκαν με όμορφες τρέσες, κατασκευάστηκαν περικάρπια και ζώνες. Όσοι δεν προλάβαιναν, παρήγγειλαν φορέματα ή δανείστηκαν εκείνων που είχαν περίσσια ή δεν κατάφεραν να έρθουν. Οργανώθηκε όλη η αποστολή σε μικρές ομάδες, ανάλογα με τα δωμάτια και τα μεταφορικά μέσα. Αρχίσαμε να λειτουργούμε σαν μια μεγάλη , καλή παρέα και να ανυπομονούμε για το ταξίδι μας. Ακόμα και οι ατυχίες τις τελευταίας στιγμής δεν μας πτόησαν. Και εκείνο το μικρό, άσημο μέρος με τα σπιτάκια μέσα στα αβοκάντο και στις λεμονιές κλείστηκε για την διαμονή μας.
Η Παρασκευή 6 Ιούνη έφτασε επιτέλους και το μεγαλύτερο μέρος της αποστολής ξεκίνησε – άλλοι από νωρίς το μεσημέρι και άλλοι το απόγευμα- το ταξίδι προς μια άλλη εποχή. Όπως ακούστηκε αρκετές φορές στο τριήμερο, μοιάζαμε σαν μια πενθήμερη εκδρομή ενηλίκων. Ανάγκη για φυγή, ψυχική ξεκούραση και συντροφικότητα. Μετά την εγκατάσταση μας στα φιλόξενα σπιτάκια και την έλευση και της τελευταίας ομάδας, ανηφορίσαμε προς το Κάστρο, το χωριό στο οποίο στέκεται περήφανα το κάστρο Χλεμούτσι. Περπατήσαμε για λίγο στο δρόμο και στην πλατεία που σήμερα ήταν άδεια, ήσυχη. Ένα απλό χωριό που αύριο όμως θα έσφυζε από ιππότες και δεσποσύνες, θα ήταν το κέντρο της ύπαρξής μας. Συναντήσαμε την ομάδα των Ritter, τους υπεύθυνους της κοινότητας και όλοι μαζί καταλήξαμε να hobbit-ιάζουμε συζητώντας τις τελευταίες λεπτομέρειες της εκδήλωσης.
Το πρωινό ξύπνημα ήταν από τα πιο γλυκά ξυπνήματα Σαββάτου. Πρωινό και καφεδάκι όλοι παρέα στο μεγάλο τραπέζι μπροστά από το δωμάτιο 24 και μετά… Μεσαίωνας. Οι πιο πολλοί, αψηφώντας τον ήλιο, ενδυθήκαμε τις στολές μας τα τόξα, βέλη, μαχαίρια μας και ξεκινήσαμε. Οι υπόλοιποι ανέλαβαν ρόλο φωτογράφων, αλλά και ‘ιπποκόμων’, βοηθώντας με τα προσωπικά αντικείμενα των δεσποσύνων μας.
Από όλα τα στενά σιγά-σιγά ξεχύνονταν κόσμος. Ομάδες ιπποτών και ευγενών, αλλά και απλός κόσμος, θεατές σε αυτή την μαγευτική συνάθροιση. Με την έλευση όλων των συμμετεχόντων και υπό τους ήχους τυμπάνων και γκάιντας, ξεκίνησε η παρέλαση προς το κάστρο.
Μπροστά οι μουσικοί και τα λάβαρα των Ταγμάτων. Κοντά τους και οι σιδερόφρακτοι Τεύτονες, Ναΐτες και Ιωαννίτες . Πίσω τους ευγενείς, τοξότες και φυσικά οι αρχοντικές κυρίες μας. Βήμα – βήμα, πλησιάζαμε το Κάστρο το οποίο έμοιαζε να ζει ξανά τις μέρες δόξας του. Η μεγάλη Πύλη άνοιξε διάπλατα τα φύλλα της για να μας υποδεχτεί και το υπέροχο μουσείο του, μας ‘φυλάκισε’ πλήρως στα χρόνια των Βιλλεαρδουίνων και των Παλαιολόγων. Το πιο ευχάριστο όλων ήταν η μεγάλη αγάπη και ενδιαφέρον που έδειξε ο απλός κόσμος. Είτε γνώριζαν για το γεγονός, είτε βρέθηκαν τυχαία στο χωριό ή στο Κάστρο, συνοδοιπόρησαν, έγιναν θεατές και μας ‘έπνιξαν’ όλους με ερωτήσεις, απορίες και πολλές, πολλές φωτογραφίες. Τα παιδιά μαγεμένα από τα σπαθιά, τα τόξα, τα τσεκούρια, άλλοτε δειλά, άλλοτε με το περίσσιο θάρρος/ θράσος της ηλικίας ζητούσαν να αγγίξουν το αντικείμενο του ενδιαφέροντός τους. Μέχρι και η κρατική τηλεόραση εμφανίστηκε για να καλύψει την Ιστορική αναβίωση του Χλεμουτσίου. Η ζέστη ανέβαινε όμως και οι δεσποσύνες, οι κυρίες και οι κόμισσες άρχισαν να αδημονούν. Οι ευγενείς λοιπόν και οι ευγενικοί ιππότες τις συνοδεύσαμε πίσω στην δροσιά της πλατείας και στις εστίες τους, εγκαταλείποντας για μερικές ώρες την ασφάλεια των τειχών. Η ομάδα του συλλόγου μας αποχώρισε. Άλλοι για ανασυγκρότηση και σχεδιασμό της μεγάλης εσπερινής συνάντησης, κάποιοι προς την κοντινή παραλία και άλλοι προς αναζήτηση κρύων ροφημάτων υπό την σκιάν υπέροχων δέντρων. Όλοι μα όλοι όμως , λίγο αργότερα, δοκιμάζουμε εύγεστα πιάτα και ζύθο εκλεκτό στον ‘ Θαλασσινό Κήπο’ της Κυλλήνης.
Η ώρα είχε φτάσει, το μαρτυρούσε η ράθυμη τροχιά του ήλιου, καθώς εκείνος λαμπερός, φωτεινός έπαιρνε την στροφή συνάντησης με τα κρύα, καταγάλανα στήθη της Ιόνιας θάλασσας. Εμείς σε μια σειρά μεταλλικών αμαξών, όλοι αναλόγως ενδεδυμένοι είχαμε την αντίθετη φορά, εκείνης της ανόδου προς το Κάστρο. Και όταν για λίγο, για μια μικρή στιγμή, σχεδόν μηδαμινή οι πορείες μας διασταυρώθηκαν, ένα εκτυφλωτικό, σταρένιο φως τύλιξε τα πάντα και περάσαμε την πύλη του χρόνου. Το χωριό ασφυκτικά γεμάτο. Περισσότερος κόσμος, ιππότες, κυρίες, τοξότες αλλά και αλογάρηδες με τα περήφανα άτια τους και σιδηρουργοί με τα σφυριά και τις ποδιές τους. Χρώματα έντονα, φορέματα υπέροχα, αρματωσιές απαστράπτουσες, ήχοι, γέλια και ανυπομονησία. Η ίδια ανυπομονησία με το Σωτήριο έτος, 1262, όταν όλο θαρρείς το Πριγκιπάτο της Αχαΐας είχε βρεθεί σε αυτήν εδώ την πλατεία. Τρία χρόνια είχαν περάσει από τον ‘Μαύρο Σεπτέμβρη’ των Λατίνων, όταν καβαλάρηδες από τον βορρά έφερναν τα άσχημα μαντάτα . Πρώτα στην πρωτεύουσα την Ανδραβίδα και ύστερα εδώ, στο άπαρτο Κάστρο. Ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος ηττήθηκε, νίκησαν οι Βυζαντινοί. Τρία χρόνια μετά το Χλεμούτσι θα παραδιδόταν στους νικητές. Οι Έλληνες είχαν αναθαρρήσει. Βαρόνοι Λατίνοι, ευγενείς Βυζαντινοί, ιππότες, απλός λαός είχαν συγκεντρωθεί για την μεγάλη στιγμή. Ένα απόγευμα σαν αυτό η μεγάλη κουστωδία άρχισε την πορεία της για τα τείχη. Οχλοβοή, μουσική, συγκίνηση και ένταση καθώς τα σιδερόφρακτα βήματα έδιναν τον δικό τους υπόκωφο ρυθμό. Οι αρχηγοί των δύο παρατάξεων καθώς και οι ανώτεροι αξιωματικοί των Ταγμάτων πέρασαν τα εσωτερικά τείχη, όπου θα ολοκλήρωναν την παράδοση.
Οι υπόλοιποι περίμεναν στον ανοιχτό χώρο εντός των μεγάλων τειχών. Μόνο που τώρα δεν ήταν κάποια δεσποσύνη να περιγράφει τους μύθους της περιοχής και την ιστορία του Κάστρου, αλλά η δική μας αρχοντική Καίτη. Ούτε κάποιος επιζών βετεράνος να περιγράφει την Μάχη της Πελαγονίας, παρά ο βροντόφωνος Στέφανος των Κορυβάντων. Και οι μπαρουτοκαπνισμένοι ιππότες που έδωσαν παράσταση των ικανοτήτων τους, δεν ήταν ούτε Λατίνοι, ούτε Βυζαντινοί, αλλά οι ιππότες των Ritter.
Η ώρα περνούσε, ο ουρανός κοκκίνιζε και ο τόπος ‘κόχλαζε’, ώσπου η συμφωνία ολοκληρώθηκε και ένα κύμα ζητωκραυγών αντήχησε ως πέρα την Ζάκυνθο. Άρχισε η γιορτή, κάποιος φώναξε ‘ …όλοι στην πλατεία, στο χωριό’ και ο κόσμος κίνησε. Βέβαια πάντα σε τέτοιο σαματά, όλο και κάποιος τρέχει να επωφεληθεί. Όπως αυτή η αέρινη σκιά, στο καφετί μανδύα, που γλυκά ‘ξαλάφρωσε’ από το δερμάτινο τσαντί μου, ένα μικρό πουγκί με ασημένια τορνέζια. Την αντιλήφθηκα όμως άμεσα, την κυνήγησα στα σκαλιά του Κάστρου και πριν την χάσω στην ροή του κόσμου, φώναξα ’…πιάστε την κλέφτρα’. Ευτυχώς ο Βασίλης και οι ιππότες του ήταν εκεί να την συλλάβουν και δένοντάς την στον κύφωνα βασανισμού, την παρέδωσαν στον δήμιο. Ο κόσμος στην αρχή κινήθηκε εναντίον της απειλητικά. Τα έντονα συναισθήματα των στιγμών τους είχαν ερεθίσει. Τα σπαθιά και τα ξιφίδιά μας τους κρατούσαν σε απόσταση . Κάναμε ένα προστατευτικό κλοιό γύρω της, ανοίξαμε τους πυρσούς και κατηφορίσαμε για την πλατεία.
Μπροστά ο Νεκτάριος με την γκάιντα και ο Κώστας με το τύμπανο να δίνουν τόνο εορταστικό, πίσω μας δεκάδες φανάρια να έχουν ανάψει από τις δεσποσύνες μας και ο φωτεινός, πια σχηματισμός μας σαν δράκος της φωτιάς που ολοένα σίμωνε στο χωριό. Καθώς όμως η διαπόμπευση συνεχιζόταν, το μένος καταλάγιασε και οι πρώτες φωνές για συγχώρεση ακούστηκαν. Φτάνοντας στα σκαλιά του αρχοντικού, στην κεφαλή της μεγάλης πλατείας, ο νέος Βυζαντινός προύχοντας μας εξέπληξε θετικά. ‘Για την νέα αρχή και ως δώρο στον λαό της περιοχής, αφήνω την κοπέλα ελεύθερη’. Για δεύτερη φορά ο λαός ζητωκραύγασε και αίφνης ανοίχτηκε χώρος, ιππότες με πυρσούς και δεκάδες κόσμου με δάδες σχημάτισαν ένα λαμπερό κύκλο, και μέσα του σαν νεράιδα του μύθου, καθώς η μουσική δυνάμωνε, η Αγαθή μας άρχισε χορό μαγικό. Ο κόσμος σιγά – σιγά άρχισε να συμμετέχει ενεργά και τα πρώτα ζευγάρια χορευτών σχηματίστηκαν. Κωνσταντίνος – Βίκυ, Νίκος – Σοφία, και Κωνσταντίνος – Άντα έγιναν ένα με τους ήχους και τις πιρουέτες. Γύρω στην πλατεία τα καπηλειά γέμισαν, προσφέροντας στους ευδιάθετους θαμώνες, ότι καλύτερο διέθετε η περιοχή. Οι ώρες περνούσαν ευδαιμονικά. Όμως η μουσική άρχισε να χαμηλώνει, οι χοροί να στερεύουν και οι πυρσοί να σβήνουν. Η ομάδα μας αποτραβήχτηκε σε ένα καπηλειό, καθώς οι ευτυχισμένα εξουθενωμένοι μετέχοντες σε αυτή την υπέροχη εορτή, αποτραβιόνταν στα σπιτικά ή στα πανδοχεία. Απόλυτη ησυχία παντού, πλην κάποιων διάσπαρτων φωνών και γελώτων. Η σιγαλιά της νύχτας απλώθηκε σαν πέπλο στην Ηλεία γη. Λίγος ζύθος, λίγο φαγητό μας στύλωσε και αναβαίνοντας στις μεταλλικές μας άμαξες κατηφορίσαμε προς την Γλαρέντζα. Ένα ξαφνικό αεράκι σηκώθηκε, έσβησε πίσω μας τα τελευταία φώτα του Χλεμουτσίου και μας μετέφερε γλυκόπικρα στο σήμερα.
Το όμορφο εκείνο μέρος με τα αβοκάντο και τις λεμονιές μας κράτησε στην δροσερή, καταπράσινη αγκαλιά του άλλη μια μέρα. Ο Βασίλης, ο Γιάννης και ο Παν πρωτοστάτησαν στο ψήσιμο και περάσαμε πολλές ώρες καλής παρέας και διασκέδασης, καθώς ήδη αναπολούσαμε τις εκπληκτικές στιγμές που είχαμε περάσει στον Μεσαίωνα. Πριν φύγουμε επισκεφτήκαμε τα ερείπια της Γλαρέντζας. Μόλις είχε βρέξει και η μυρουδιά της νοτισμένης γης, μαζί με εκείνη του πελάγους πλημμύρισε τις αισθήσεις μας. Πιο ‘πλούσιοι’ από εμπειρίες, πιο ‘γεμάτοι’ από χρώματα, ήχους, πιο ‘ολοκληρωμένοι’ από νέες γνωριμίες και υποσχέσεις μελλοντικές φορτώσαμε τα πράγματά μας, εγκαταλείποντας την εστία μας.
Η 5η Μεσαιωνική Αναβίωση στο Κάστρο Χλεμούτσι έλαβε χώρα στις 7-8 Ιουνίου. Ευχαριστούμε του φορείς του Δήμου και τους RitterHellas για την ευκαιρία που μας έδωσαν, να ζήσουμε στιγμές υπέροχες, αλλά και την ιδιαίτερη μνεία που έκαναν στην συμμετοχή μας. Την Ρούλα και τον ‘Γιώργο’ για τον ιδανικό τόπο τους, ανάμεσα στα αβοκάντο και τις λεμονιές. Κρατώντας στις μνήμες τις εικόνες που ζήσαμε, οραματιζόμαστε την επόμενη συνάντηση μας σε χρόνια Ιπποτικά, με νέες ιδέες, όρεξη και περισσότερους φίλους!
Σπ.Σαμψώνας aka Glorfindel