Συνέντευξη: Marcus Siepen των Blind Guardian!

Στις 8-9-10 Μαΐου, το ελληνικό κοινό είχε τη χαρά να υποδεχθεί ξανά τους θρυλικούς  “Blind Guardian”, για μια βραδιά στην Θεσσαλονίκη και δυο βραδιές στην Αθήνα, στις 8-9-10 Μαΐου.  Το συγκρότημα είναι πολύ αγαπητό στο ελληνικό κοινό,  ιδιαίτερα στους  λάτρεις του έργου του Καθηγητή Tolkien και της φανταστικής λογοτεχνίας εν γένει. Οι συναυλίες ήταν ήδη sold out και ο κόσμος περίμενε με ανυπομονησία να αρχίσει το μοναδικό μουσικό ταξίδι στη Μέση-γη και άλλους μαγικούς τόπους.

Με την ευκαιρία της παρουσίας του συγκροτήματος στην Ελλάδα, ο Ελληνικός Σύλλογος Φίλων Tolkien – The Prancing Pony εξασφάλισε, χάρη στο μέλος μας Κάτια Αλεξιάδου,  μιαν αποκλειστική συνέντευξη για το online-fanzine του. Έτσι, η Κάτια και ο Νίκος Θεμελής είχαν την τιμή και τη χαρά να  συζητήσουν με τον Marcus Siepen,  κιθαρίστα του γκρουπ.

Συνάντησαν τον Marcus στον χώρο της συναυλίας λίγο πριν το sound check και πήραν μια πρώτη γεύση από την ευγένεια του, την ιδιαίτερη σχέση του με το ελληνικό κοινό και τις γνώσεις του πάνω στο έργο του Καθηγητή . Η κουβέντα διακόπηκε σύντομα λόγω υποχρεώσεων, αλλά συνεχίστηκε την επομένη στο ξενοδοχείο του συγκροτήματος. Μετά  την εμπειρία της εντυπωσιακής συναυλίας της πρώτης μέρας και τις άψογες εντυπώσεις  από το γκρουπ  επί το έργον, κάθισαν με τον Marcus και, έχοντας άνεση χρόνου και καλή διάθεση, έκαναν μια όμορφη κουβέντα για τον Tolkien, την μουσική και όχι μόνο.

Marcus & Katia
Marcus & Katia

Μέρος πρώτο:

Κάτια:  Έχετε παίξει πολλές φορές στην Ελλάδα κι η ανταπόκριση του ελληνικού κοινού ήταν πάντα περισσότερο από παθιασμένη. Πώς θα περιέγραφες τη χημεία ανάμεσα σε εσάς και τους Έλληνες οπαδούς σας; Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, που η Ελλάδα περνά μια περίοδο δοκιμασίας.

Μάρκους: Νομίζω ότι η σχέση μας με τους Έλληνες φαν δεν έχει αλλάξει καθόλου. Ξέρω, βέβαια, ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν είναι πολύ δημοφιλής στην Ελλάδα και το κατανοώ απόλυτα, γιατί ούτε  στη Γερμανία είναι ιδιαίτερα δημοφιλής. Μάλιστα, κατά τη γνώμη μου, είναι η χειρότερη κυβέρνηση που είχαμε ποτέ μετά τον πόλεμο. Όταν δίνουμε συναυλίες εδώ, οι άνθρωποι έρχονται και τρελαίνονται, (είναι) πολύ-πολύ παθιασμένοι, φωνάζουν πολύ δυνατά.

Κ: Τους αρέσει να τραγουδάνε.

Μ: Ναι!

Κ: Είναι πολύ ωραίο που το ακούμε αυτό, γατί πιστεύω πως μέσω της μουσικής, της τέχνης, της λογοτεχνίας, δημιουργούνται δεσμοί που δεν μπορεί να σπάσει η πολιτική.

Μ: Συμφωνώ απόλυτα! Κι όπως είπα, δεν είμαστε ούτε εμείς ευχαριστημένοι από την γερμανική κυβέρνηση, αλλά το καλό είναι ότι η σχέση μας με το ελληνικό κοινό δεν έχει αλλάξει. Θα ήταν κρίμα (αν γινόταν αυτό), γιατί εμείς δεν είμαστε πολιτικοί, απλά μουσικοί. Γράφουμε τη μουσική μας και ελπίζουμε να σας αρέσει.

Κ: Από όλες τις φυλές της Μέση-γης, ποια νομίζεις ότι μοιάζει περισσότερο με τους Έλληνες;

Μ: Με τους Έλληνες;!! Λοιπόν, οι Νάνοι τραγουδούν…. Ίσως Νάνοι, όχι λόγω μεγέθους, αλλά, ξέρεις, γεροδεμένοι τύποι που τραγουδάνε καθώς δουλεύουν.

Κ: Και οι Γερμανοί; Τι θα έλεγες;

Μ: Μμμμ, θα ήταν Άνθρωποι υποθέτω (γέλια).

Κ: Στους οπαδούς σας είσαστε γνωστοί ως «Οι Βάρδοι».  Βλέπετε τους εαυτούς κάπως έτσι; Τι σημαίνει αυτό για σας;

Μ: Υποθέτω πως είμαστε ένα είδος βάρδων. Έχουμε τη μουσική μας, ταξιδεύουμε σ’ όλο τον κόσμο παίζοντας για τους ανθρώπους, κι αυτό είναι που κάνουν οι βάρδοι.  Όπως είπα, έχουμε πολύ δυνατή σχέση με τους οπαδούς μας και, ναι, μάλλον είμαστε περιπλανώμενοι βάρδοι.

Κ: Νομίζω ότι αυτό γίνεται προφανές όταν ανεβαίνετε στη σκηνή. Είναι σα να διηγείστε μια ιστορία, αντί απλά να παίζετε μουσική και να τραγουδάτε.

Μ: Ακριβώς! Όλα είναι αφήγηση και τώρα με το καινούργιο άλμπουμ, που είναι ακόμα ένα full concept album, είναι σαν να λέμε μια μεγάλη ιστορία.

Κ: Είναι γνωστό ότι οι λάτρεις του Tolkien παγκοσμίως είναι και οπαδοί των Blind Guardian. Έχετε γνωρίσει ή έχετε έρθει ποτέ σε επαφή κάποιον άλλο Σύλλογο Tolkien?

Μ: Όχι.

Κ: Ούτε καν τον Γερμανικό Σύλλογο;

Μ: Γνωρίζουμε, βέβαια, την ύπαρξη όλων αυτών των φίλων του Tolkien μεταξύ των οπαδών μας, αλλά εσείς είστε οι πρώτοι που μας πλησιάζουν ως επίσημος Σύλλογος.

Κ: Μεγάλη μας τιμή! Χαιρόμαστε που το μαθαίνουμε. Ποιο είναι το πιο αγαπημένο σου βιβλίο και πότε ήρθες πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του Tolkien;

Μ: Πρώτη Επαφή;! Μμμ, πρέπει να έγινε όταν ήμουν περίπου 12 χρονών που διάβασα το «Χόμπιτ». Στην πραγματικότητα είμαι λίγο αναποφάσιστος για το πιο είναι το αγαπημένο μου (βιβλίο), αλλά αυτή τη στιγμή θα έλεγα μάλλον το «Χόμπιτ», γιατί είναι φανταστικό βιβλίο. Δεν εννοώ ότι έχω να πω κάτι κακό για τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», αλλά νομίζω ότι προτιμώ το «Χόμπιτ». Και τα δύο είναι θαυμάσια βιβλία, όπως και το «Σιλμαρίλιον», αλλά αυτό ήταν δύσκολο να μου αρέσει αμέσως, γιατί στην αρχή έμοιαζε σα να διαβάζω τον τηλεφωνικό κατάλογο της Μέσης-γης (γέλια), έτσι όπως αλλάζουν συνεχώς τα ονόματα. Ξέρεις, που κάποιον «την Τετάρτη τον λένε έτσι, αλλά όταν βρέχει τον λένε αλλιώς…», αλλά παρόλα αυτά οι ιστορίες είναι εξαιρετικές! Όπως είπα, όμως, το αγαπημένο μου είναι το «Χόμπιτ», …και το πρώτο μου!

Κ: Ποιός θα έλεγες ότι είναι ο αγαπημένος σου χαρακτήρας από το έργο του J.R. R. Tolkien; Ταυτίζεσαι με κάποιον χαρακτήρα ή κάποια ιστορία;

Μ: Πρέπει να πω, ότι πάντα αγαπούσα τον Gollum! Αλλά γενικά αγαπάω τους σκοτεινούς χαρακτήρες. Αν μιλούσαμε για το Star Wars, ο Darth Vader, ο κακός, είναι ο αγαπημένος μου. Κι ο Gollum είναι πολύ ενδιαφέρον πλάσμα, έτσι που ζει σ’ εκείνη τη σπηλιά ολομόναχος και που ψάχνει το θησαυρό του. Μου αρέσουν τα φρικιά! (γέλια).

Κ: Ελπίζω να μην ταυτίζεσαι μαζί του!

Μ: Όχι, όχι! (γέλια).

Κ: Αυτή είναι πολύ ενδιαφέρουσα απάντηση, γιατί δεν είναι πολύ δημοφιλής, αλλά είναι ένας από τους κυριότερους χαρακτήρες στον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών».

Μ: Κι εγώ αυτό νομίζω. Ξέρεις, για μένα δεν είναι στην ουσία θέμα το αν παίζει μεγάλο ρόλο ή όχι. Απλά μου αρέσει αυτός ο χαρακτήρας, το πώς ξεκίνησε και το πώς έγινε έτσι, το ότι πρέπει να το έχει (το δαχτυλίδι)… Νομίζω πως είναι συναρπαστικό πλάσμα! Πολύ μοναδικός και συμβαίνει να είναι και πολύ σημαντικός για την ιστορία, αλλά δεν είναι αυτό το σημαντικό για μένα. Μπορώ να αγαπήσω κι έναν δευτερεύοντα χαρακτήρα, αν αυτός είναι συναρπαστικός με κάποιο τρόπο. Δεν χρειάζεται να είναι ένας από τους κύριους ήρωες. Στο Star Wars πάντα αγαπούσα τον Boba Fett.

Κ: Νομίζεις ότι θα μπορούσατε κάποτε να γίνεται συγγραφείς;

Μ: Αα! Φαντάζομαι ότι θα μπορούσε να γίνει ο Χάνζι, αλλά για μένα αμφιβάλλω. Δεν έχω γράψει ποτέ στίχους, κι όταν πήγαινα σχολείο το σιχαινόμουνα όποτε έπρεπε να γράψουμε κάτι (γέλια). Οπότε, προτιμώ να είμαι ο μουσικός βάρδος και την διήγηση των ιστοριών την αφήνω στον Χάνζι.

Κ: Στο χώρο της Metal, αλλά και στους κύκλους όσων αγαπούν το έργο του Tolkien, θεωρήστε η «απόλυτη» τολκινική μπάντα! Όταν δημιουργείτε μια καινούργια δουλειά, σκέφτεστε ότι πρέπει να προσαρμόζεστε σ’ αυτή σας τη φήμη; Το βρίσκετε περιοριστικό;

Μ: Δεν αισθανόμαστε έτσι, γιατί δεν θέλουμε να περιοριζόμαστε με κανένα τρόπο. Ξέρουμε, βέβαια, ότι ο κόσμος μας θεωρεί την «Μπάντα του Tolkien» και, όντως, έχουμε πολύ υλικό πάνω στον Tolkien, και είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξει ακόμα περισσότερο γύρω από τον κόσμο του Tolkien στο μέλλον, αλλά δεν θέλουμε να περιοριζόμαστε σ’ αυτό. Θέλουμε πάντα να μπορούμε να κάνουμε ότι μας έρχεται, κάθε στιγμή.

Κ: Πέρα από τον Tolkien, υπάρχουν άλλοι συγγραφείς ή ποιητές που έχουν εμπνεύσει τους στίχους και τη μουσική σας;

Μ: Ναι, οπωσδήποτε! Προφανώς μια από τις μεγάλες μας επιρροές, σε βάθος χρόνου, ήταν ο Stephen King. Έχουμε κάνει πράγματα πάνω στο “It”, και το «Tommyknockers» και το «Dark Tower Saga» είναι εκπληκτικά.  Στην πραγματικότητα, όλα τα πολλά διαφορετικά βιβλία που μας αρέσουν μπορούν να αποτελέσουν επιρροή. Μας αρέσει το «Time Saga» (σ.σ. The Wheel of Time – Robert Jordan), που είναι η προφανής επιρροή για το τραγούδι «Wheel of Time». Αυτή την εποχή, ο Χάνζι κι εγώ διαβάζουμε τα βιβλία ενός τύπου, που λέγεται Patrick Rothfuss. Είναι Αμερικανός και τα βιβλία που έγραψε λέγονται «The Name of the Wind» και «Wise Man’s Fear» (σ.σ. Διαβάστε τα!). Υποτίθεται ότι θα είναι τριλογία, αλλά ακόμα περιμένουμε το τρίτο μέρος. Είναι θαυμάσιο φανταστικό υλικό!

Κ: Κάποιοι θα έλεγαν ότι το Φανταστικό είναι για παιδιά. Ενώ εμείς, οι πιο ρομαντικοί, λέμε ότι η Φαντασία είναι απλά μια διαφορετική εκδοχή της πραγματικότητας. Πώς νοιώθεις γι αυτό;

Μ: Το Φανταστικό είναι σημαντικό για τον κόσμο. Χωρίς φαντασία ο κόσμος θα ήταν βαρετός. Όταν τα παιδιά ασχολούνται με φανταστικά πράγματα είναι καλό. Γιατί να πρέπει εμείς να το χάσουμε αυτό μεγαλώνοντας; Εγώ νομίζω, ότι πραγματικά κάποιος αποτυγχάνει στη ζωή του, αν χάσει όλα εκείνα που αγαπούσε σαν παιδί. Θεωρώ ότι μέσα μου είμαι ακόμα παιδί. Το σώμα μου μεγάλωσε λίγο, δεν είμαι 12 χρονών πια (γέλια),  αλλά ακόμα αγαπάω τα ίδια πράγματα, ακόμα αγαπάω τα ίδια βιβλία, τις ίδιες ιστορίες και δεν βρίσκω κάτι κακό σ’ αυτό. Άλλωστε το να χρησιμοποιούμε τη φαντασία μας, να χρησιμοποιούμε το Φανταστικό, το κάνουμε συνεχώς όταν γράφουμε τα τραγούδια μας.

Κ: Σου άρεσαν οι ταινίες του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών»;

Μ: Μου άρεσαν οι ταινίες. Βέβαια, έλειπαν πράγματα, αλλά ο «Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» είναι ένα πολύ-πολύ μεγάλο, περίπλοκο βιβλίο, όπως ξέρεις, και παρότι ο Τζάκσον έκανε αυτές τις τρεις πολύωρες ταινίες, κατάλαβα γιατί έπρεπε να κάνει ότι έκανε.  Πρέπει όμως να πω, ότι αγνοώ επίτηδες τις ταινίες του «Χόμπιτ», ακριβώς για τον ίδιο λόγο. Ότι, δηλαδή, έκανε τρεις πελώριες ταινίες από ένα βιβλίο 280 σελίδων. Μπορώ να διαβάσω το βιβλίο γρηγορότερα απ’ ότι να δω τις ταινίες. Όταν το ανακοίνωσε, ήμουνα πολύ περίεργος. Κι ύστερα, διάβασα μια συνέντευξη του πριν αρχίσουν τα γυρίσματα (ή όταν ήδη γύριζαν), που μιλούσε για όλες τις ιδέες που είχε, (για πράγματα) που ήθελε να βάλει στις ταινίες του «Χόμπιτ» και ήμουνα κάπως έτσι: «Εε..αυτό δεν υπάρχει στο «Χόμπιτ», είναι ιδέα του Τζάκσον για κάτι που θα μπορούσε να είχε συμβεί αλλά δεν συνέβη ποτέ» και δεν μου άρεσε αυτό. Πες με αυστηρό, αλλά όταν κάποιος κάνει μια ταινία πάνω σ’ ένα βιβλίο, πρέπει ή να μείνει πιστός στο βιβλίο, ή να την ονομάσει αλλιώς και όχι «Χόμπιτ» ή «Game of Thrones» ή οτιδήποτε. Γι’ αυτό δεν είδα τις ταινίες του «Χόμπιτ» και δεν σκοπεύω να το κάνω προς το παρόν.

Κ: Αν ζούσε ο Tolkien, θα σας ενδιέφερε να μαθαίνατε τι θα σκεφτόταν για τη δουλειά σας;

Μ: Προφανώς θα ήταν ενδιαφέρον να το μαθαίναμε, μιας κι έχουμε πολλά τραγούδια σχετικά με το έργο του και το «Nightfall in Middle-earth» είναι ολόκληρο βασισμένο εκεί. Ναι, θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να ακούγαμε μια κριτική του.

Marcus & Nikos
Marcus & Nikos

Μέρος δεύτερο:

Κάτια: Τώρα, αν δεν σε πειράζει, ο Νίκος θα ήθελε να σου κάνει μερικές ερωτήσεις για το νέο σας άλμπουμ.

Μάρκους: Βεβαίως!

Νίκος: “Beyond the Red Mirror”:  Σ’ αυτό το άλμπουμ συνεργαστήκατε με τρεις διαφορετικές κλασσικές χορωδίες και δύο συμφωνικές ορχήστρες. Μπορείς να μας μιλήσεις γι αυτή την εμπειρία;

Μ:  Είναι συγκλονιστική εμπειρία. Στο προηγούμενο άλμπουμ “At the Edge of Time” είχαμε την ευκαιρία να δουλέψουμε για πρώτη φορά στην καριέρα μας με μια πραγματική ορχήστρα κι αυτό μας άρεσε πολύ, γιατί στο παρελθόν είχαμε δουλέψει με ορχηστρικά από «πλήκτρα», αλλά δεν υπάρχει σύγκριση με τον ήχο μιας πραγματικής ορχήστρας. Κι ατό ήταν κάτι, που θέλαμε να εξερευνήσουμε περισσότερο και το κάναμε στο νέο άλμπουμ, και βάλαμε και τις χορωδίες. Αρχικά, δεν είχαμε σκοπό να χρησιμοποιήσουμε τρεις διαφορετικές χορωδίες και δυο ορχήστρες, αλλά αυτό έγινε λόγω προβλημάτων με το χρονοδιάγραμμα.  Με τις ορχήστρες και τις χορωδίες θέλαμε, απλώς, να έχουμε έναν συγκεκριμένο όγκο, ένα μεγαλύτερο ήχο. Όσο πιο πολλούς ανθρώπους έχεις να τραγουδάνε,  τόσο το καλύτερο. Δεν συγκρίνεται με το να ντουμπλάρεις τις ίδιες φωνές.

Ν: Πώς επηρέασε αυτό τη σύνθεση και την παραγωγή του άλμπουμ;

Μ:  Τη σύνθεση την κάνει δυσκολότερη, γατί όταν δουλεύουμε ένα κομμάτι, που ξέρουμε ότι θα έχει και ορχήστρα, πρέπει να το έχουμε αυτό διαρκώς στο νου μας. Δεν θα δούλευε σωστά, το να γράψουμε ένα μέταλ κομμάτι, κι όταν είναι τελείως έτοιμο, να δούμε πώς να προσθέσουμε και το ορχηστρικό από πάνω. Γιατί τότε δεν θα ήταν ποτέ ενιαίο, πάντα θα πάλευαν μεταξύ τους. Σε μερικά σημεία που είναι μπροστά η ορχήστρα, η μέταλ μπάντα πρέπει να υποχωρήσει. Και το ανάποδο. Δεν μπορείς να τα έχεις και τα δύο στην κορυφή ταυτόχρονα, θα αντιπάλευαν το ένα το άλλο. Πρέπει πάντα να το θυμάσαι αυτό, αλλιώς χάνεσαι και το αποτέλεσμα θα είναι χάλια. Έτσι, όσον αφορά τη σύνθεση, είναι σίγουρα πιο περίπλοκα τα πράγματα, αλλά νομίζω ότι το αποτέλεσμα μιλάει μόνο του. Δεν θέλαμε να αισθάνονται οι άνθρωποι ότι “ακούμε ένα μέταλ τραγούδι και κάποιος έβαλε από πάνω και μια ορχήστρα”. Θέλαμε να το βλέπουν σαν ένα ολοκληρωμένο σύνολο, έτσι το καταλαβαίνουμε εμείς.

Ν: Τι βρίσκεις πιο εντυπωσιακό στο νέο άλμπουμ;

Μ: Για μένα είναι ο συνδυασμός κάποιων πραγμάτων. Η ενορχήστρωση είναι μεγαλύτερη από ποτέ, αλλά απ’ την άλλη, κι η μουσική είναι σκληρότερη από ποτέ, κι αυτός ο συνδυασμός είναι πολύ σημαντικός. Με ότι κι αν πειραματιστούμε, χορωδίες ή ορχήστρες, είμαστε πάντα μια μέταλ μπάντα, κι αυτός είναι ο πυρήνας του συγκροτήματος. Ένα κάποιο βάρος και μια επιθετικότητα πρέπει πάντα να υπάρχει, κι αυτό είναι το πιο εντυπωσιακό κατά τη γνώμη μου. Ξέρω μια-δυο άλλες μπάντες που πειραματίζονται πολύ, αλλά συχνά πολλά στοιχεία μπερδεύονται ή υποσκιάζονται από την ορχήστρα ή οτιδήποτε άλλο. Κι εμείς δεν θέλουμε να συμβεί αυτό. Θέλουμε να δείχνουμε στον κόσμο ότι είμαστε πάντα οι Blind Guardian.

Ν: Όταν γράφετε ένα τραγούδι, έχετε από πριν κάποιο συγκεκριμένο θέμα στο μυαλό σας ή αφήνετε την έμπνευση να σας οδηγήσει;

Μ: Πάντοτε αρχίζουμε με τη μουσική, άρα δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο θέμα στο μυαλό μας. Κι όπως είπα, όταν αρχίσαμε να δουλεύουμε το νέο άλμπουμ, δεν είχαμε σκοπό να το κάνουμε θεματικό ή να δουλέψουμε τη συγκεκριμένη ιστορία. Αρχίσαμε πάλι να συνθέτουμε τραγούδια, που σημαίνει ότι απλά συγκεντρώναμε μουσικές εμπνεύσεις και θα βλέπαμε που θα μας οδηγήσουν. Η ιδέα για το συγκεκριμένο θέμα ήρθε αργότερα, όταν άρχισε ο Χάνζι να γράφει τους στοίχους, τότε που δουλεύαμε στο box set που κυκλοφορήσαμε το 2013. Ψάχναμε  τα παλιά τραγούδια, κι ο Χάνζι συνειδητοποίησε ότι υπήρχε αυτή η ιστορία που είχαμε αρχίσει να λέμε στο “Imaginations from the Other Side”, αλλά που ποτέ δεν την είχαμε τελειώσει. Κι έτσι, μας ήρθε η ιδέα να την ολοκληρώσουμε. Αλλά έτσι γίνεται συνήθως. Στην αρχή υπάρχει μόνο μουσική, μουσική, κι ακόμα λίγη μουσική (γέλια).

Ν: Ποιό είναι το θέμα του νέου άλμπουμ; Πιστεύετε πως δημιουργείτε μια δική σας μυθολογία;

Μ: Μπορεί και να το κάνουμε, κατά κάποιον τρόπο. Γιατί, αυτό το άλμπουμ είναι ολόκληρο πάνω σ’ ένα θέμα και υπάρχουν και τα τρία τραγούδια από το “Imaginations”, που ξεκινούν την ιστορία. Υποθέτω, ότι ο Χάνζι έφτιαξε κάτι σαν δικό του σύμπαν, κι εμένα μου αρέσει να λέμε μια ιστορία. Αλλά όταν λες μια ιστορία σ’ ένα μόνο τραγούδι, είσαι περιορισμένος σε 6-7 λεπτά, ανάλογα με τη διάρκεια του. Πρέπει να το αρχίσεις, να το χτίσεις και να το ολοκληρώσεις σ’ αυτό τον χρόνο. Αλλά μ’ ένα θεματικό άλμπουμ, συν τις προηγούμενες ιστορίες, μπορείς να κάνεις κάτι πολύ μεγαλύτερο και μπορείς να εμβαθύνεις και να εξηγήσεις τα πάντα καλύτερα. Αυτό το είδος σύμπαντος μας αρέσει και, ποιος ξέρει, ίσως επιστρέψουμε σ’ αυτό κάποια μέρα, σε 20 χρόνια. 20 χρόνια είναι καλό διάστημα να το περνάς με τέτοια πράγματα (γέλια).

Ν: Ακολουθήσατε διαφορετική προσέγγιση από τα προηγούμενα άλμπουμ στην σύνθεση και την παραγωγή αυτών των τραγουδιών;

Μ:  Ο τρόπος σύνθεσης ήταν πάνω-κάτω ίδιος.  Αρχίζεις από το μηδέν. Δεν χρησιμοποιήσαμε υπολείμματα από προηγούμενες δουλειές, οπότε αρχίσαμε με τελείως λευκό χαρτί και όπου πάει. Αυτό που αλλάξαμε στο τελευταίο άλμπουμ είναι ο τρόπος που δουλεύουμε. Συνήθως αυτό που κάναμε μέχρι τώρα, ήταν να γράφουμε 10-12 τραγούδια και μόλις τελειώσουμε, να μπαίναμε στο στούντιο και να τα ηχογραφούμε. Αλλάξαμε αυτή τη διαδικασία ήδη από το προηγούμενο άλμπουμ και την κρατήσαμε και σ’ αυτό. Τώρα, γράφαμε τρία τραγούδια, πηγαίναμε στο στούντιο και τα ηχογραφούσαμε. Έτσι, κάναμε ένα διάλειμμα από τη σύνθεση και επικεντρωνόμασταν στην εκτέλεση.  Μόλις αυτά τα τραγούδια ήταν έτοιμα, επιστρέφαμε στη σύνθεση. Αυτός είναι ωραίος τρόπος, γιατί ξεκουράζεσαι από τη σύνθεση, ρίχνεις βάρος στην εκτέλεση και μόλις ολοκληρώσεις τα συγκεκριμένα τραγούδια, ξαναγυρνάς στη δημιουργία..

Ν: Ο Χάνζι περιγράφει το άλμπουμ σαν «μια ιστορία μεταξύ επιστημονικής φαντασίας και φάνταζυ». Τι σημαίνει αυτό πραγματικά;

Μ: Θα πρέπει να ρωτήσεις τον Χάνζι! (γέλια). Sci-fi και φάνταζυ: υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στα δύο, ανάλογα με το τι είδους ιστορία είναι αυτή που λες. Αν μιλάμε για το Star Wars, τι είναι; Επιστημονική φαντασία ή φάνταζυ; Για μένα είναι μείγμα και των δύο, κι ίσως κι ο Χάνζι να έχει την ίδια άποψη, γιατί (το άλμπουμ), κατά την άποψη μου, έχει όντως και τις δυο πλευρές.

Ν:  Χρόνια τώρα δουλεύετε πάνω σ’ ένα ορχηστρικό άλμπουμ. Οι φαν σας το περιμένουν με ανυπομονησία. Μπορείς να μας πεις κάτι γι αυτό;

Μ: Κατ’ αρχάς, ναι, όντως δουλεύουμε ένα ορχηστρικό άλμπουμ. Ξεκινήσαμε αυτή την ιδέα πριν 15 χρόνια και πρέπει να πω, ότι κοντεύουμε να τελειώσουμε. Ο Χάνζι πρέπει να τραγουδήσει μερικά κομμάτια και πρέπει να ηχογραφήσουμε κάποια ορχηστρικά μέρη, αλλά από συνθετική άποψη έχουμε τελειώσει. Το αρχικό σχέδιο ήταν να το ολοκληρώσουμε στο διάλειμμα από τις περιοδείες φέτος το καλοκαίρι, αλλά επειδή παράλληλα δουλεύουμε και πάνω σ’ ένα καινούργιο live άλμπουμ, δεν είμαι και πολύ σίγουρος αν δεν κάνουμε αυτό πρώτα. Πράγμα που σημαίνει, ότι θα τελειώσουμε το ορχηστρικό άλμπουμ στις αρχές του επόμενου χρόνου. Ή το αντίθετο. Αλλά κοντεύουμε να το ολοκληρώσουμε και νομίζω ότι θα αρέσει στον κόσμο, γιατί έχει τον ήχο των Blind Guardian, μόνο που λείπει η μέταλ μπάντα. Είναι κλασσική μουσική στο στυλ των Blind Guardian, με τον Χάνζι να τραγουδάει.

Ν: Έχετε σχέδια να το παίξετε ζωντανά με ορχήστρα; Οι οπαδοί σας θα ξετρελαθούν!

Μ: Ναι,ε; (γέλια). Θα ήταν θαυμάσιο, φυσικά, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο σαν περιοδεία. Μια ορχήστρα έχει 90 άτομα. Θα θέλαμε κάνα-δυο επιπλέον λεωφορεία και μεγαλύτερη σκηνή, κι απ’ όλα. Αλλά πολύ θα μας άρεσε να το κάνουμε αυτό σαν ειδική εκδήλωση, σε κάποιο φεστιβάλ ή κάτι τέτοιο.

Ν:  Μπορεί να μας μιλήσεις για τις προσωπικές σου επιρροές ως μουσικού και κιθαρίστα;

Μ:  Άρχισα να παίζω κιθάρα όταν ήμουν περίπου 11 χρονών, άρα προφανώς οι πρώτες μου επιρροές ήταν τα πράγματα που άκουγα τότε. Νομίζω ότι μια από τις μεγαλύτερες επιρροές μου ήταν ο Tony Iommi. Ξέρετε, που όταν παίζει ένα ριφ είναι ακριβώς όπως πρέπει να παιχτεί; Δεν το αλλάζει ποτέ. Ο τύπος είναι εκπληκτικός ακόμα και σήμερα.  Έχουμε παίξει μαζί τους μια-δυο φορές και τον έχω γνωρίσει, είναι πολύ ευγενικό άτομο, είναι φοβερός. Άλλες επιρροές: οι πρώιμες δουλειές του Michael Schenker, αυτά που έκανε με τους UFO. Οι Scorpions της δεκαετίας του ’70 και οι Michael Schenker Group των αρχών του ’80, εκπληκτικοί. Πρέπει να πω, πως κάποιες από τις σημαντικότερες επιρροές μου ήρθαν αργότερα, όταν ανοίχτηκα σε άλλα μουσικά είδη, πέραν της μέταλ. Τις κυριότερες επιρροές μου σήμερα αποτελούν άνθρωποι όπως ο David Gilmour ή ο Mark Knopfler, που δεν είναι μουσικοί μέταλ, αλλά είναι εκπληκτικοί κιθαρίστες και όταν παίζουν κάτι, ξέρεις αμέσως ότι είναι αυτοί. Και ο Brian May των Queen είναι τέτοιος τύπος, επίσης. Παίζει μια εισαγωγή και ξέρεις ότι είναι ο Brian May. Αυτό είναι που εκτιμώ ιδιαίτερα σε έναν μουσικό, το να έχει έναν μοναδικό τόνο.

Ν: Οι προτιμήσεις σου στη μουσική;

Μ: Για μένα υπάρχουν μόνο δύο είδη μουσικής. Αυτή που μου αρέσει, κι αυτή που δεν μου αρέσει. Άμα ένα τραγούδι τραβήξει την προσοχή μου με οποιονδήποτε τρόπο, δεν με νοιάζει καθόλου τι είδος είναι. Μπορεί να είναι μέταλ, ποπ, πανκ, κλασσικό, δεν με νοιάζει. Αν με τραβήξει, τότε είναι καλό τραγούδι για μένα. Αν όχι, τότε δεν είναι. Οπότε, ακούω όλων των ειδών τις μουσικές.  Τα μέταλ κομμάτια με τα οποία μεγάλωσα είναι από Pink Floyd, Dire Straights, Bad Religion, Jethro Tull.

Ν: Μπορείς να μας πεις κάτι για την  συμμετοχή σας το βίντεο-παιγνίδι “Sacred 2”; Θα έλεγες ότι είσαστε gamers;

Μ: Ναι!!!(γέλια). Ο Αντρέ κι εγώ είμαστε οι σκληροπυρηνικοί gamers στο συγκρότημα. Πάντα μας άρεσαν τα βίντεο-παιγνίδια κι αυτό δεν σταμάτησε. Οι παραγωγοί του παιγνιδιού το ήξεραν αυτό, ήταν οπαδοί των Blind Guardian και μας πλησίασαν και μας ρώτησαν αν θα ενδιαφερόμασταν να φτιάξουμε κάτι για το παιγνίδι και, ναι, θέλαμε!(γέλια).  Ήταν μια μοναδική εμπειρία, γιατί ήταν κάτι που δεν είχαμε ξανακάνει. Μας έδωσαν πληροφορίες για το παιγνίδι, εικόνες από στιγμιότυπα, μπήκαμε στη διαδικασία και ήταν πολύ ενδιαφέρον. Το αποκορύφωμα για μας ήταν, το ότι μπήκαμε στο παιγνίδι σαν χαρακτήρες, κάναμε motion capturing και τα πάντα. Κι ο Χάνζι είναι χαρακτήρας και μπορείς απ’ αυτόν  να πάρεις ένα quest. Κι αν το ολοκληρώσεις, τότε υπάρχει μια σκηνή σε μια ταβέρνα, όπου μια εικονική μπάντα (εμείς) παίζει μπροστά σε ένα φανταστικό κοινό.  Για μένα που είμαι computer gamer, αυτό ήταν φοβερό! Να δω τον εαυτό μου μέσα στο παιγνίδι!

Ν: Ένα μήνυμα για τον Ελληνικό Σύλλογο Tolkien;

Μ: Γεια σας, παιδιά! Αν βλέπετε αυτή την συνέντευξη, τότε σίγουρα ξέρετε τους Blind Guardian. Κι αν ξέρετε τους Blind Guardian, καλά θα κάνετε να είσαστε εδώ απόψε!  Εντάξει, αν το βλέπετε αυτό, το «απόψε» έχει ήδη περάσει, οπότε ελπίζω να ήρθατε (γέλια).  Σας ευχαριστώ όλους για την υποστήριξη σας, κι αν δεν μπορέσατε να έρθετε αυτή τη φορά, θα σας δούμε την επόμενη. Και ποτέ μην χάσετε (την αγάπη σας για) το Φανταστικό.  Συνεχίστε να τα πιστεύετε αυτά τα πράγματα, κάνει καλό! Μείνετε μέσα σας παιδιά!!

Και κάπου εδώ τελειώνει η πολύ όμορφη ευκαιρία που είχαν η Κάτια και ο Νίκος να γνωρίσουν από κοντά τον Marcus. Ευχαρίστησαν θερμά αυτόν και τα υπόλοιπα μέλη των Blind Guardian, κάνοντας τους δώρο από ένα μπλουζάκι του συλλόγου Φίλων Tolkien και αναγορεύοντας τους σε επίτιμα μέλη για την μοναδική  μουσική προσφορά τους στο έργο του Καθηγητή. Ελπίζουμε όλοι μας να τους δούμε ξανά από κοντά.

Ευχαριστούμε την Κάτια Αλεξιάδου και το Νίκο Θεμελή.

Φωτογραφίες: Κάτια Αλεξιάδου και Νίκος Θεμελής.