Στη Συντροφιά των Αγγέλων, επεισόδιο 10.2 – Το κυνηγητό (συν.)

«Ίσως να υπάρχει ένας τρόπος να περιορίσουμε τον αριθμό των πιθανών πινάκων», είπε ο Καθηγητής. «Κάποιοι από αυτούς δεν θα ήταν ποτέ ελκυστικοί για ένα κοράκι, από όσο μπορώ να κρίνω εγώ. Ας τους μαζέψουμε τουλάχιστον όλους σε ένα μέρος, για να δούμε μέσα από πόσους θα πρέπει να επιλέξουμε».

Η πρόταση φάνηκε σε όλους λογική, έτσι έψαξαν προσεκτικά τη σοφίτα. Κάθε πίνακας που ήταν ορατός και που θα μπορούσε να δώσει τρόπο διαφυγής στο κοράκι, μεταφέρθηκε στο σημείο, όπου ο πίνακας του Ορμπαράτους βρισκόταν ακουμπισμένος στον τοίχο. Όταν τελείωσαν είχαν μαζέψει συνολικά επτά πίνακες.

«Μόνος σας τους αποθηκεύσατε όλους αυτούς;» ρώτησε ο Σαμ.

«Ναι, στη διάρκεια αρκετών χρόνων», είπε ο Καθηγητής. «Ζω εδώ από την δεκαετία του 1920 και, αν και μου αρέσουν πολύ οι πίνακες, μου αρέσει επίσης να τους αλλάζω κάθε τόσο, για να τους ξαναβλέπω με φρέσκα μάτια».

«Αυτός, για παράδειγμα, δείχνει μια μικρή πόλη στα Κότσςγουολντς, που μου αρέσει να επισκέπτομαι όποτε μπορώ. Δεν θυμάμαι ποιος ήταν ο καλλιτέχνης. Νομίζω ότι τον αγόρασα κάποιο σαββατοκύριακο στην αγορά της πόλης. Αυτός, ο επόμενος, είναι αντίγραφο μιας νεκρής φύσης του Ματίς.  Ίσως να μην τον έχετε ξαναδεί. Ήταν από τους πρώιμους πίνακες του».

«Δεν νομίζω πως θα πέταγε εκεί μέσα», είπε η Τζιλ. «Δεν νομίζω να το προσέλκυε ένα βάζο με ηλιοτρόπια».

«Μάλλον έχεις δίκαιο, αγαπητή μου», είπε ο Καθηγητής, «αλλά ο επόμενος μπορεί να έχει ενδιαφέρον…»

Ο Καθηγητής έδειξε έναν μικρό, αλλά έντονα πολύχρωμο πίνακα ενός δράκου, που έδειχνε μάλλον φιλικός και ήταν τυλιγμένος γύρω από τον κορμό ενός δέντρου. Ο δράκος ήταν χρυσοκόκκινος και ο κορμός του δέντρου σκούρος μπλε, σχεδόν μαύρος. Το δέντρο είχε όμορφα ασημένια φύλλα και κίτρινα φρούτα κρέμονταν από τα κλαδιά. Πίσω από αυτό, υπήρχαν κι άλλα δέντρα σε διάφορες αποχρώσεις. Το χώμα είχε το χρώμα του χαλκού.

«Τι παράξενος πίνακας!» είπε η Τζιλ.

«Ναι, είναι. Τον έφτιαξε ένας από τους μαθητές μου, πολύ ταλαντούχος ζωγράφος. Προσπαθούσε να αναπαραστήσει μια σκηνή που είχα γράψει σε μια από τις ιστορίες μου».

«Α! Δεν ήξερα ότι είστε και συγγραφέας, εκτός από Καθηγητής!» είπε η Τζιλ.

«Είμαι, αλλά μόνο στον ελεύθερο χρόνο μου. Τι λέτε, όμως, για εκείνον εκεί πέρα;»

Με αυτό τον τρόπο εξέτασαν και τους εφτά πίνακες, καταλήγοντας τελικά σε τέσσερις, ως πιο πιθανούς να έχουν κινήσει το ενδιαφέρον του πουλιού. Αλλά και πάλι! Καθένας τους ήταν και μια πύλη σε έναν ολόκληρο κόσμο! Οι τρεις έδειχναν ελεύθερη εξοχή στην Αγγλία και την Ιρλανδία και ο τελευταίος, τον κόσμο του δράκου. Αυτήτηστιγμή, πραγματικάδενήξερανπώςναπροχωρήσουν.

Καθώς ο καθένας τους σκεφτόταν το πρόβλημα, η Τζιλ άκουσε, πολύ απαλά, τον ήχο ενός φλάουτου. Δεν ήταν, όμως, φλάουτο ακριβώς και της πήρε λίγο χρόνο μέχρι να συνειδητοποιήσει ότι τον είχε ξανακούσει.

«Δεν το ακούτε εσείς οι δυο;» ρώτησε.

«Τι να ακούσουμε;» είπε ο Σαμ

«Κάτι σαν φλάουτο. Πολύ απαλά».

Έστησαν όλοι αυτί.

«Δεν μπορώ να ακούσω τίποτα, αγαπητή μου», είπε ο Καθηγητής, «αλλά η ακοή μου δεν είναι τόσο οξεία όσο η δική σου».

«Ούτε εγώ ακούω τίποτα», είπε ο Σαμ. «Από πού νομίζεις ότι έρχεται;»

«Για να δω», είπε η Τζιλ. Άκουσε με μεγάλη προσοχή και άρχισε να περπατά μακριά από τους πίνακες. Ο ήχος μειώθηκε. Επέστρεψε κοντά στους πίνακες και ο ήχος δυνάμωσε ξανά.

«Έρχεται σίγουρα από έναν από αυτούς», είπε, δείχνοντας τους πίνακες.

«Από ποιόν;» ρώτησε ο Καθηγητής.

Η Τζιλ πλησίασε το κεφάλι της σε κάθε πίνακα ξεχωριστά, τελειώνοντας σε αυτόν με τον δράκο. «Απ’ αυτόν» είπε, «σίγουρα έρχεται απ’ αυτόν».

Πρώτα ο Καθηγητής και μετά ο Σαμ έσκυψαν δίπλα στον πίνακα και άκουσαν.

«Δεν πιάνω τίποτα», είπε ο Σαμ. «Αλλά, άμα είσαι σίγουρη ότι έρχεται απ’ αυτόν, μπορώ να μπω μέσα και να δω αν υπάρχει κανένα ίχνος του κορακιού στη άλλη μεριά».

Η Τζιλ ξανάκουσε προσεκτικά. «Σίγουρα έρχεται από κει», είπε.

«Εντάξει, τότε. Ο ήχος μπορεί να μην σημαίνει τίποτα ή μπορεί να σημαίνει τα πάντα. Αλλά δεν έχουμε τίποτα καλύτερο να βασιστούμε αυτή τη στιγμή».

«Αυτό είναι ο πίνακας είναι πολύ μικρός πίνακας. Ίσα που θα καταφέρω να στριμωχτώ μέσα του. Αλλά αυτό τελικά, ίσως να είναι και καλό. Αν καταφέρω να βρω το κοράκι, μπορεί να το τρομάξω και να γυρίσει πίσω. Καθηγητά, έχετε ακόμα εκείνη την κουβέρτα στο γραφείο σας;»

«Ναι…Αα! Θέλεις να περιμένουμε εδώ, κι αν το πουλί περάσει, να τη ρίξουμε πάνω του;»

«Ακριβώς. Μπορεί να μη χρειαστεί, αν δεν είναι αυτός ο σωστός πίνακας. Αλλά…». Ο Σαμ κοίταξε έντονα τη Τζιλ, «Ο κ. Λουκ μου είπε να σε εμπιστεύομαι, κι αυτό θα κάνω».

Ο Καθηγητής έπιασε την κουβέρτα, προσέχοντας να μην αφήσει ανοιχτή την καταπακτή περισσότερο από μια στιγμή και μαζεύτηκαν όλοι γύρω από τον πίνακα με τον δράκο. Επειδή ήταν τόσο μικρός, ο Σαμ χρειάστηκε να ξαπλώσει στο πάτωμα και να συρθεί μέσα του.

«ΟΚ, έφυγα. Κράτα τον κρύσταλλο σου σφιχτά πάνω στο δέρμα σου. Αυτό ίσως σε βοηθήσει να δεις το κοράκι να έρχεται, αν μπορέσω να το τρομάξω προς την κατεύθυνση σας. Α, μια στιγμή, πριν φύγω να γυρίσετε τους υπόλοιπους πίνακες προς τον τοίχο. Έτσι, και να μην μπορέσετε να το πιάσετε με την κουβέρτα, δεν θα χωθεί σε κανέναν άλλο κόσμο».

Έστριψαν τους άλλους πίνακες και ο Σαμ έπεσε μπρούμυτα και σύρθηκε μέσα στην κορνίζα που έλαμπε. Μπορούσαν ακόμα να τον δουν για λίγο, αλλά μετά χάθηκε.

«Μα τον Δία!» είπε ο Καθηγητής. «Πολύ θα μου άρεσε να το δοκιμάσω αυτό!»

. . .

Όταν ο Σαν κουτρουβάλησε έξω από την πύλη, προσγειώθηκε σε μια μαλακή σπογγώδη επιφάνεια. Σηκώθηκε όρθιος, ξεσκονίστηκε από τη σκόνη της σοφίτας και γύρισε να βεβαιωθεί για τη θέση της κορνίζας. Την είδα να αιωρείται στο χώρο περίπου στο ύψος των ματιών του. Αλλά καθώς την κοίταζε, άρχισε να νοιώθει ελαφρώς αποπροσανατολισμένος.

«Αυτό δεν είναι σωστό», είπε δυνατά, «εγώ δεν παθαίνω ποτέ εξάντληση της κορνίζας!» Έπειτα κατάλαβε ότι δεν ήταν το ταξίδι στην κορνίζα που τον είχε επηρεάσει. Το έδαφος έμοιαζε να ανασηκώνεται και να υποχωρεί αργά, σαν να στεκόταν πάνω σε μια τεράστια σχεδία που την ανεβοκατεβάζουν τα μεγάλα κύματα του ωκεανού. Πέρα από την πύλη μπορούσε να δει μια μακρινή χρυσαφένια θάλασσα. Ο ουρανός ήταν κι αυτός χρυσαφένιος.

Ο Σαμ στράφηκε και κοίταξε τον δράκο. «Ξέχασα να ρωτήσω τον Καθηγητή αν ήσουν φιλικός ή όχι», είπε δυνατά. «Ελπίζω, ότι αν δεν ήσουν θα μου το έλεγε».

Ο Σαμ κοίταξε ψηλά τα κλαδιά του δέντρου, όπου ήταν τυλιγμένος ο δράκος. Δεν ήταν πολύ μεγάλο το δέντρο, ούτε και τα άλλα δέντρα γύρω του. Αυτό είναι καλό, σκέφτηκε, γιατί αν είχε έρθει εδώ το κοράκι, δεν θα κούρνιαζε τόσο ψηλά που να μην μπορεί να το φτάσει.

Ο Σαμ κοίταξε πιο προσεκτικά τα φρούτα που κρέμονταν από το δέντρο και σκέφτηκε πως θα μπορούσε να κόψει μερικά και να τα πετάξει στο κοράκι, αν το έβρισκε. Καλό αυτό, μιας και δεν φαίνονταν να υπάρχουν πέτρες στο έδαφος για να χρησιμοποιήσει. Αντί γι αυτές υπήρχαν κάτι σαν  χαλκόχρωμα χόρτα που έμοιαζαν πλεγμένα μεταξύ τους. Δεν μπορούσε να δει πουθενά κάτι που να μοιάζει με άμμο, ή χώμα, ή πέτρες.

Έβαλε τα χέρια στη μέση του. «Μπας κι είδες ένα μεγάλο μαύρο πουλί να πετάει εδώ γύρω τώρα κοντά;» ρώτησε τον δράκο. Έτσι κι αλλιώς δεν ήταν σίγουρος ότι το πλάσμα μπορούσε να μιλήσει. Αν βρισκόταν στη Μέση-γη ή σε κάποιον άλλο από τους εικονικούς κόσμους που γνώριζε, θα το ήξερε, αλλά αυτός ο κόσμος του ήταν καινούργιος.

The dragon seemed uninterested in his words at first, but then it uncoiled itself and started waddling away from him on the forest floor, moving ever deeper into the woods. The creature was only about the size of a largish dog, so it was soon lost to sight.

Ο δράκος έδειξε αδιάφορος στα λόγια του αρχικά, αλλά μετά ξετυλίχτηκε και άρχισε να απομακρύνεται από αυτόν αργοπατώντας, μπαίνοντας βαθύτερα στο δάσος. Το πλάσμα είχε μέγεθος μόνο όσο ένας μεγαλούτσικος σκύλος, κι έτσι χάθηκε γρήγορα.

Ο Σαμ σήκωσε τους ώμους του και το ακολούθησε. Συχνά χρειαζόταν να αρπάζετε από κάποιον κορμό καθώς προχωρούσε, γιατί το έδαφος ανεβοκατέβαινε. Ήταν βέβαιος ότι επρόκειτο για κύματα ωκεανού, γιατί σε κάποια στιγμή είδε τη μακρινή θάλασσα να φαίνεται στο κάτω μέρος μιας πλαγιάς και μετά δεν φαινόταν καθόλου. Αυτό μάλλον σήμαινε ότι το έδαφος είχε πέσει κάτω από τη στάθμη της θάλασσας, όσο τρελό κι αν ήταν αυτό.

«Το πιο παράξενο πράγμα που έχω ακούσει», μουρμούρισε, κοιτώντας προς τα πίσω. Όταν ξαναγύρισε για να ακολουθήσει το δράκο, σχεδόν σκόνταψε πάνω στο πλάσμα, που είχε πάψει να κινείται.

Ο δράκος είχε σταματήσει για να ξεκουραστεί στη βάση ενός από το οπωροφόρα και τυλιγόταν αργά γύρω από τον σκούρο μπλε κορμό του. Ο Σαμ κοίταξε ανάμεσα στα κλαδιά και είδε κάτι μαύρο.

Ήταν το κοράκι.

Το κοράκι, που κοίταζε το δράκο νευρικά. Ο Σαμ προσπέρασε το δέντρο και μετά άπλωσε το χέρι του κι έκοψε αρκετά από τα κίτρινα, μακρόστενα σαν κολοκύθια φρούτα, που κρέμονταν από το διπλανό δέντρο. Έχωσε τα μικρότερα στη τσέπη του παντελονιού του και κράτησε τα μεγαλύτερα σε ετοιμότητα. Μετά γύρισε και παρακολούθησε το κοράκι. Ο δράκος είχε τώρα αδράξει το δέντρο σφιχτά και γλιστρούσε σαν φίδι, όλο και πιο κοντά στο πουλί.

Το πουλί πετάρισε νευρικά τα φτερά του. Του Σαμ του φάνηκε ότι ακόμα κρατούσε τον κρύσταλλο στα νύχια του. Σημάδεψε με ένα από τα κολοκύθια και το πέταξε. Προσγειώθηκε με ένα πλατς στο κλαδί δίπλα στο κοράκι κι αυτό αρκούσε για να το τρομάξει και να το κάνει να πετάξει. Ο Σαμ είδε τον κρύσταλλο που κρατούσε να πέφτει στο έδαφος κι άρχισε φωνάζει δυνατά και να κουνάει τα χέρια του, καθώς έσκυβε να τον μαζέψει.

Το κοράκι έκανε μια στροφή γύρω από το δέντρο, αλλά δεν τόλμησε να πλησιάσει τον Σαμ. Έτσι, μόλις ο Σαμ έχωσε τον κρύσταλλο στη τσέπη του, άρχισε να πετάει περισσότερα κίτρινα φρούτα στο πουλί, προσπαθώντας να το κάνει να πάει προς την πύλη.

Το σχέδιο του δούλεψε.

Το κοράκι σκιαγμένο από τον δράκο και στη συνέχεια από την ασυγχώρητα προσβλητική συμπεριφορά του Σαμ, αποφάσισε ότι αρκετά είχε μείνει σ’ αυτό το μέρος. Έκανε ακόμα μια τελευταία στροφή γύρω από το δέντρο και μετά έστριψε προς την άκρη του δάσους. Ο Σαμ το ακολούθησε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, χάνοντας μερικές φορές την ισορροπία το λόγω της κίνησης του εδάφους. Σύντομα, εκείνος και το κοράκι είχαν γυρίσει στο δέντρο του δράκου κι ο Σαμ είδε τη λεία του να μαζεύει τα φτερά της και να γλιστράει μέσα στη σκοτεινή πύλη.

«Σε τσάκωσα, τώρα!» φώναξε θριαμβευτικά. Μετά έτρεξε κατευθείαν πίσω από το πουλί, μέσα από την κορνίζα και στο σκοτάδι της σοφίτας του Καθηγητή.

Η συνέχεια της ιστορίας μας την επόμενη Παρασκευή.

Για το πρωτότυπο κείμενο: http://jefmurray.com/framerunners/uncategorized/in-the-company-of-angels-episode-10-2-the-chase-cont/