Παρουσίαση του έργου του Τόλκιν, σε τρία μέρη, από τον κ. Λ.Α. Βλαχόπουλο, σύμβουλο Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, στο περιοδικό Φρέαρ τον Νοέμβριο 2015.
Πρελούδιο
Γεννήθηκε σε μια Αγγλία βικτωριανή (1892), έζησε σε μια Αγγλία αυτοκρατορική, θαλασσοκράτειρα, πέθανε σε μια Αγγλία βιομηχανική (1972), που πάλευε να προσαρμοστεί και να βρει τη θέση της ως σημαντική μεν χώρας, αλλά σε καμία περίπτωση υπερδύναμης. Είχε δυνατή φαντασία, πανίσχυρο νοητικό δυναμικό, ρωμαιοκαθολική ευσέβεια και αγάπη και σεβασμό για τους ανθρώπους και όλη τη δημιουργία.
Του άρεσε κάθε τι παραδοσιακό και ενοχλούνταν από την έντονη εκβιομηχάνιση και τον βιασμό της όμορφης αγγλικής εξοχής / φύσης. Αγαπούσε την Οξφόρδη για την παράδοση, την αίσθηση υπεροχής και το ακαδημαϊκό άρωμα που απέπνεε… Έμενε σταθερός σε ό,τι αγαπούσε και προτιμούσε. Από τη γυναίκα της ζωής του, τα παιδιά τους, τους μαθητές του. Το κολλέγιο, τους φίλους και τους συνεργάτες.
«Ο Αετός και το Παιδί» (ή «Το Πουλί και το Μωρό», όπως το αποκαλούσαν οι πιστοί θαμώνες) ήταν η παλιά, παραδοσιακή παμπ όπου σύχναζε ο Τόλκιν. Εκεί με τον Λούις (συγγραφέας της Νάρνια) ανέπτυσσαν και διηγούνταν τις φανταστικές ιστορίες τους. Οι ιστορίες του Τόλκιν είχαν την αιτία τους στο ποιος τελικά ήταν, σε όλα αυτά που είχε μέσα του και ήθελε να εκφράσει, αλλά η αφορμή ήταν η αγάπη του για τα παιδιά του στα οποία διηγούνταν παραμύθια τα βράδια…
Σε τρεις βασικές ομάδες θα χωρίσουμε τους μύθους και τα παραμύθια που δημιούργησε ο Τόλκιν. Γιατί αυτό έκανε, δεν έγραψε απλά παραμύθια, δημιούργησε μια ολόκληρη μυθολογία.
– Το Σιλμαρίλιον, μια κατηγορία από μόνο του… (αποτελείται από επί μέρους «βιβλία»)
– Το Χόμπιτ και τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών
– Τα παραμύθια «Ροβεράντομ», «ο Γεωργός ο Γύλης από το Χαμ» κ.ά.
Καθώς και οι επιστολές / αλληλογραφία, από τις οποίες συχνά αντλούμε πολύτιμες διευκρινίσεις και άλλα στοιχεία.
Η μυθολογία είναι τα δύο πρώτα, και η Γένεση του κόσμου του Τόλκιν είναι το Σιλμαρίλιον.
Ο Έρου ή Ιλούβαταρ, ή απλά ο Ένας απολάμβανε τους ύμνους των Άινουρ. Καταλαβαίνουμε ότι ο Ένας είναι ο Θεός και οι Άινουρ οι άγγελοι… Ή κατά τη γνωστική παράδοση, οι αιώνες. Υπάρχουν στοιχεία χριστιανικού γνωστικισμού στα έργα του Τόλκιν, αλλά θα είναι λάθος αυτό να το δούμε ως αρνητικό ή κατηγορία. Κάθε δυνατό, προβληματισμένο μυαλό ψάχνει για εξηγήσεις, για απαντήσεις. Προσπαθεί να συμπληρώσει τα καθημερινά κενά, τα πετάγματα του νου, να δώσει ερμηνείες, να καταλάβει. Σημαντικότερο από όλα είναι η πρόθεση. Τα ανθρώπινα όντα είναι εμπρόθετα και άρα η πρόθεση πρέπει να παίζει –και παίζει τον σημαντικότερο ίσως ρόλο. Ο Τόλκιν πιστεύει, ο Τόλκιν αγαπά, ο Τόλκιν σέβεται, άρα έχει και το δικαίωμα να περιδιαβαίνει, να έλκεται από το φως, να ψηλαφεί το σκοτάδι. Αλλά ας έχουμε στο μυαλό δύο πολύ σημαντικά στοιχεία: α) το κάνει από την «ασφάλεια» των παραμυθιών, δεν δημιουργεί θεωρίες, μύθους δημιουργεί και β) ακόμα κι εκεί μέσα μένει «ορθός», ο κόσμος του, όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω, δεν είναι δημιούργημα του σκότους και δεν υπάρχει αποστροφή από την ύλη. Ο Ένας δημιουργός αγαπά, πονά, σώζει (δυνητικά) όλη τη δημιουργία, χωρίς διαχωρισμούς και κυρίως γ) είναι ο δημιουργός (άμεσα ή έμμεσα) των πάντων (και των ψυχών –που έχουν αρχή και αναμένουν– στα «δώματα του Μάντος»- τελική κρίση).
Ο Ιλούβαταρ, λοιπόν, απολάμβανε το τραγούδι των Άινουρ. Και τόσο του άρεσε που το ευλόγησε έτσι ώστε η μελωδία να πάρει υπόσταση σε κόσμο τρισδιάστατο (κάτι λοιπόν σαν videoclip), και η πανέμορφη μελωδία κατέληξε στην δημιουργία ενός πανέμορφου κόσμου, της Άρντα. Η Μέση-γη είχε στοιχεία από την αγγλική εξοχή, τις ακτογραμμές της Κορνουάλης και του Dover, τα Χάιλαντς της Σκωτίας, τα Φιόρδ της Νορβηγίας κτλ.
Τη φύση και όλα τα πλάσματα που την κατοικούν αγάπησε πολύ ο Τόλκιν και τα φαντάστηκε όλα με γνώση και λαλιά, μια γνώση και μια λαλιά που στόχο είχαν το καλό, το φως, την αρμονική ζωή και συμβίωση και που μόνο ο εγωισμός διαστρέβλωνε. Ο κόσμος, που φτιάχτηκε για να είναι μια καλή εμπειρία για όλα τα πλάσματα από τον σοφό και καλό δημιουργό, διαστρεβλώθηκε από το εγωισμό, το μεγαλύτερο αμάρτημα στον κόσμο του. Την πηγή όλων των κακών.
Οι Άινουρ είδαν και λάτρεψαν το όμορφο δημιούργημα, αποτέλεσμα του τραγουδιού τους, αλλά κυρίως της ευλογίας του Έρου. Κάποιοι από αυτούς ζήτησαν από τον Ένα να τους επιτραπεί να πάνε και κατοικίσουν εκεί, και τους επιτράπηκε. Πήγαν λοιπόν σε ένα όμορφο τεράστιο νησί, στην μια άκρη της Μέσης Γης, πέρα από την μεγάλη θάλασσα / ωκεανό. Το Βάλινορ. Έναν τόπο εξώκοσμα όμορφο, κάτι σαν παράδεισο… Εκεί όχι μόνο έχτισαν τα δώματα-παλάτια τους, αλλά και μοίρασαν αρμοδιότητες ανάλογα με τα ενδιαφέροντα και τις προσωπικότητές τους.
Έτσι έχουμε μια μίξη χριστιανισμού και 12θεου, αλλά αυτό είναι το πλεονέκτημα της μυθοπλασίας. Βέβαια η προσέγγιση είναι ανάμεσα στο 12θεο, στους σκανδιναβικούς θεούς και στους Αγίους-με-αρμοδιότητες του χριστιανισμού. Κι έτσι έχουμε Βάλαρ για την γη και τα φυτά, για την μεταλλουργία και τα ηφαίστεια, για τα ποτάμια και τις θάλασσας, για τις ψυχές μετά θάνατον κτλ.
Να σημειώσουμε πως το Σιλμαρίλιον γράφηκε σε μεσαιωνική διάλεκτο κάτι που επιτείνει τον χαρακτήρα βιβλίου Γένεσης. Δεν είναι ένα εύκολο ανάγνωσμα. Μαζί με τα πολλά ονόματα και τις εκτεταμένες γενεαλογίες, θυμίζει πάρα πολύ συχνά την παλαιά διαθήκη.
Τα βιβλία δεν γράφτηκαν – φυσικά – μια και έξω. Κάθε άλλο, το Σιλμαρίλιον ξεκίνησε από τα χαρακώματα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και δεν ολοκληρώθηκε παρά μετά τον θάνατο του από τον γιο του Christopher με βάση τις σημειώσεις… Έτσι συχνά τα πράγματα συμπληρώνονται η εξηγούνται μετά (μην ξεχνάμε, μια μυθολογία ολόκληρη γράφεται) και συχνά μέσω επιστολών και διευκρινήσεων σε εκδότες, αναγνώστες κτλ.
Στο Βάλινορ λοιπόν έχουμε την έλευση των Ξωτικών, είναι κάπως θολό το πώς έγινε το «ξύπνημά» τους (έτσι περιγράφεται, ως ξύπνημα) και από ποιόν ακριβώς -σίγουρα πάντως με την ευλογία και την «άδεια» (αν μη τι άλλο) του Ενός. Αργότερα, βέβαια, μαθαίνουμε πως ξωτικά ξύπνησαν στη Μέση-γη. Όπως και να ’χει, τα ξωτικά παίρνουν τη θέση τους στην ιεραρχία της Μέσης-γης κάτω από τους Βάλαρ (οι Άινουρ που κατοικούν στο Βάλινορ). Οι ίδιες οι λέξεις (κι αυτό συμβαίνει συχνά, ο Τόλκιν είναι εξαίρετος γλωσσολόγος και γλωσσοπλάστης) λειτουργούν σαν υποσυνείδητες συνδέσεις με αξίες (values), με μυθολογίες (Βαλχάλα) κτλ.
Τα ξωτικά είναι όμορφα, ψηλά, λυγερόκορμα, αθάνατα και καλά σχεδόν χωρίς επιλογή, αντίθετα από τους ολιγόζωους ανθρώπους, που θα ξυπνήσουν αργότερα και θα έχουν την από του μηδενός επιλογή για το καλό ή το κακό. Η κατάταξη στο καλό των ξωτικών εκφράζεται σε μεγάλο βαθμό από την αγάπη τους, το σεβασμό και γενικότερα τη σύνδεσή τους με τη φύση. Μπορεί να σκοτωθούν, αλλά όχι να πεθάνουν από γηρατειά, δεν γερνούν. Αυτό κάνει πιο επική, αλλά και τραγική την όποια αντιπαράθεσή τους με το κακό, αφού ριψοκινδυνεύουν την αθανασία τους. Φαίνεται ακόμα πως, σε κάποιες τουλάχιστον περιπτώσεις, μπορούν να απαρνηθούν ηθελημένα την αθανασία τους και να «σβήσουν» σαν άνθρωποι.
Τα ξωτικά είναι ικανά να κάνουν το κακό από παραπλάνηση και από… εγωισμό (το αληθινό όνομα του κακού στην κοσμογονία του Τόλκιν). Επίσης, συχνά ενοχλούνται από την πρόδηλη αδυναμία του Έρου απέναντι στους ανθρώπους, καθώς δεν κατανοούν πώς γίνεται ο Ένας να προτιμά για «αγαπημένα» του, όντα που δεν είναι σταθερά με το φως (κάθε άλλο) και που ακόμα συχνά δεν σέβονται/καταστρέφουν την φύση (δημιούργημα του Έρου) για δικό τους όφελος.
Ο πιο σημαντικός, ο πιο σπουδαίος, ο πιο ισχυρός, ο πιο φωτεινός από τους Βάλαρ (Άινουρ), ο Μέλκορ (τα ονόματα όλων των Βάλαρ, είναι ονόματα στη γλώσσα των ανώτερων ξωτικών – κάτι σαν επίσημη ξωτικογλώσσα- υποδηλώνοντας πως στην αυθεντική τους μορφή τα ενεργειακά όντα/ Άινουρ δεν έχουν ανάγκη ονομάτων, τουλάχιστον με την «ανθρώπινη» έννοια), που το όνομά του σημαίνει κάτι σαν Ισραήλ (= δυνατός), ζηλεύει, φθονεί την ομορφιά της πλάσης και την θέλει για αποκλειστική χρήση (δεν του φτάνει να είναι πρώτος των Βάλαρ, υπό τον Ένα). Αποφασίζει λοιπόν να την πάρει… Αιτία ο εγωισμός και η διαστροφή του συναισθήματος της ιδιοκτησίας, αφορμή τρία υπέροχα, μοναδικά πετράδια, τα Σίλμαριλς, που όλοι θέλουν για λογαριασμό τους. Γίνονται, λοιπόν, η αφορμή για την πτώση του Μέλκορ, αλλά και την παραπλάνηση και εμπλοκή σε συγκρούσεις και πολέμους πολλών από τα ξωτικά.
Οι υπόλοιποι Βάλαρ, υπό τη σεμνή και σοφή καθοδήγηση του Μάνγουε κρατούν χαμηλό προφίλ και προσπαθούν να περιοριστούν σε έμμεση καθοδήγηση των όντων της Μέσης-γης σε συνέπεια με τις επιθυμίες του Έρου, για ελευθερία, καλοσύνη, εξάντληση της υπομονής, της κατανόησης κτλ.
Φυσικά το κακό που είναι πέραν δυνατότητας αποκατάστασης (redemption), κερδίζει από αυτή τη στάση, τουλάχιστον μέχρι να τελειώσουν τα όρια και οι ανοχές του καλού. Ας θυμηθούμε εδώ πως ο Τόλκιν ζει τη Χιτλερική Γερμανία, τον Τσάμπερλειν, τη συμφωνία του Μονάχου κτλ. Αλλά έχει ζήσει και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όπου μια μάχη είχε συχνά επικές διαστάσεις καθώς ενέπλεκε εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες, καινοφανή και συχνά τεράστια σε μέγεθος όπλα (κανόνια σε μέγεθος τραίνου, θωρηκτά, τανκ και αεροσκάφη). Μια μάχη τότε μπορούσε ν’ αλλάξει την τοπιογραφία, να διανοίξει κοιλάδες και εξαφανίσει λόφους…
Ο Μέλκορ φεύγει από το Βάλινορ, πηγαίνει στη Μέση-γη και αρχίζει να χτίζει την αυτοκρατορία του, κρατώντας αρχικά χαμηλούς τόνους. Ετοιμάζεται για την επερχόμενη σύγκρουση χτίζοντας κάστρα σε μέγεθος οροσειρών και ετοιμάζοντας στα βαθύτατα έγκατα της γης τεράστιους, τρομερούς στρατούς. Στο βάθος είναι η ανάγκη του πρώτα να αποδείξει πως δεν είναι απλώς ο πρώτος από τους Βάλαρ, αλλά ο μοναδικός, οι άλλοι είναι τόσο υποδεέστεροι που χάνονται. Αλλά οι πράξεις του σιγά-σιγά δείχνουν κάτι βαθύτερο και τρομερότερο. Είναι ίδιος και καλύτερος και από τον Ένα. Για κάθε επίπεδο δημιουργίας, χτίζει την αντι-δημιουργία.
Αντίθετα από έναν πανέμορφο κόσμο – σκάβει κολασμένα τάρταρα.
Απέναντι στα ξωτικά – στήνει τα Ορκ,
Απέναντι στους πολυμήχανους και μαστόρους νάνους – τα τελώνια,
Απέναντι στους Μάιαρ (μια υποκατηγορία αγγέλων, οι οποίοι, με την εμφάνισή τους, μετατρέπουν τους Άινουρ σε αντίστοιχο των αρχαγγέλων) – τα δαιμονικά Μπάλρογκ (εδώ αμφισβητείται έντονα η ικανότητά του να τα δημιουργεί, ίσως μόνο να μετατρέπει Μάιαρ σε Μπάλρογκ). Και πάει λέγοντας. Η παραδημιουργία του, όμως, είναι πάντα υπολειπόμενη σε εμφάνιση και ικανότητες της αληθινής δημιουργίας. Εξαιρούνται οι άνθρωποι, εκεί δεν χρειάζεται να φτιάξει κάτι άλλο παρεμφερές και δαιμονικό, γιατί απλούστατα έχει την ικανότητα να τους διαφθείρει. Υπάρχει όμως και πάλι κρυμμένο τίμημα: οι διεφθαρμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να φτάσουν στα ύψη των φωτεινών πολιτισμικά, νοητικά, ακόμα και σε επίπεδο μήκους ζωής (ζουν λιγότερο), και φυσικά και ηθικά, αλλά αυτό ενδιαφέρει λιγότερο τον Μέλκορ (που δεν καταλαβαίνει όμως, ή δεν θέλει να καταλάβει πως ακριβώς από την ηθική κατάπτωση ξεκινούν όλα!).
Ο Μέλκορ, που πια αποκαλείται Μόργκοθ, (στην «καθημερινή» γλώσσα των ξωτικών: σκοτεινός εχθρός) αψηφά τους πάντες, νιώθει πανίσχυρος και δημιουργός. Τα έργα/όντα του πάσχουν από… βαθιά ψυχή και αυτό μοιάζει να ενοχλεί τον Μόργκοθ που συνεχίζει να φθονεί δυνατά την αληθινή δημιουργία. Από την άλλη, καταλαβαίνουμε πως ο Μόργκοθ δεν θα άντεχε όντα υπηκόους/οπαδούς με αληθινή ψυχή, αφού αυτή προϋποθέτει κάποιον τουλάχιστον βαθμό ελευθερίας. Θα ήθελε βέβαια, όπως όλοι οι δυνάστες, οπαδούς φανατικά πιστούς… ελευθέρα.
Οι μικρο-συμβολισμοί του Τόλκιν είναι πάμπολλοι, τα κείμενα πυκνά και γεμάτα και γι’ αυτό άλλωστε μιλάμε για τον άνθρωπο που έφτιαξε μόνος του μια ολόκληρη, πλήρη κοσμογονία/μυθολογία/θεολογία. Παραμένει συνεχώς πιστός χριστιανός, με το μυαλό πάντα στην αγάπη, τον πολιτισμό, την πορεία προς τα «άνω», μέσα από την ταπείνωση, την υποταγή-υπηρεσία και κόντρα στον εγωισμό, τον αυταρχισμό και την αλαζονεία.
Ο Μόργκοθ λοιπόν, αποκτά τα Σίλμαριλς, τα υπέροχα φωτεινά, αγνά πετράδια με συμβολισμό που παραπέμπει στην ίδια την δημιουργία και τον Ένα, αλλά είναι αδύνατο να τα ακουμπήσει, καθώς τον καίνε… Άραγε δεν μπορούσε ποτέ να τα ακουμπήσει; Κατανοούμε πως η μεταμόρφωσή του από Μέλκορ σε Μόργκοθ τού στερεί αυτή τη δυνατότητα. Τα κατέχει αλλά δεν τα έχει, σαν κάθε υπερεγωιστή δυνάστη. Να σημειώσουμε ακόμα πως σε επιστολές και σημειώσεις έχει αμφισβητήσει ακόμα και την ικανότητα δημιουργίας από τον Μόργοθ των υποτιμημένων (σε σχέση με τα αυθεντικά) όντων και αφήνει να εννοηθεί πως μπορεί και να πρόκειται για φριχτά βασανισμένα και διαστρεβλωμένα όντα της αληθινής δημιουργίας (π.χ. τα Ορκ από βεβηλωμένα ξωτικά…), καθώς το κακό δεν μπορεί να δημιουργήσει, μόνο να εξαπατήσει…
Υπό τον Μόργκοθ η Μέση-γη στενάζει, μία-μία οι εστίες αντίστασης ξωτικών, ανθρώπων και νάνων υποκύπτουν, όλα τα όντα υποφέρουν εκτός από τα μιασματικά διαστρεβλώματα του άρχοντα του σκότους, που έχουν στήσει πάρτι και καταναλώνουν, αναλώνουν, διασπαθίζουν αφειδώς όλους τους πόρους, έμψυχους και άψυχους.
Βλέπουμε τον Μόργκοθ να συνεχίζει υπό την ανοχή των Βάλαρ, των μόνων που πραγματικά θα μπορούσαν να τον σταματήσουν, αλλά το όλο σκηνικό χρησιμεύει στην ανάδειξη ηρώων και προδοτών του φωτός, του καλού, τελικά του Έρου, όπως αυτός εκπροσωπείται στη Μέση-γη.
Τελικά η ανοχή έχει και όρια και καθώς δεν έχει μείνει στη Μέση-γη καμία δύναμη για να αντισταθεί έστω στοιχειωδώς στο κακό, οι Βάλαρ (ο Έρου ουσιαστικά) αναλαμβάνουν δράση και καταφθάνουν από το Βάλινορ εν μέσω ουράνιων καλπασμών, αστραπών και κεραυνών και σαλπισμάτων που παραπέμπουν ευθέως σε αποκάλυψη. Φυσικά και κατανικούν τον μοναχικό Μόργκοθ (ο οποίος έχει στην ακολουθία του κάποιους Μάιαρ, αλλά κανέναν άλλο Βάλαρ) και τον σέρνουν σιδηροδέσμιο στο Βάλινορ να περιμένει την οριστική κρίση στο τέλος του χρόνου. Πίσω στη Μέση-γη από την ένταση της μάχης έχουν χαθεί βουνά κι έχουν ανοίξει νέες θάλασσες, έχει αλλάξει η γεωγραφία.
Ο Μάντος είναι ο Βάλα που ασχολείται με τους νεκρούς, είναι ο Άδης κατά κάποιο τρόπο. Στα δώματα του Μάντος, στις εσχατιές του Βάλινορ, οι ψυχές «κλαίνε για τα κορμιά τους» περιμένοντας την οριστική κρίση και το τέρμα του χρόνου.
Πιστός στην χριστιανική θρησκεία ο Τόλκιν, δίνει ψυχές (έστω και ενίοτε αμφίβολης ποιότητας και προέλευσης) στα όντα της Μέσης-γης, αλλά υπονοεί ευθέως πως είναι δημιουργήματα κι όχι αθάνατες-αυθύπαρκτες οντότητες.
Δεν θα μακρηγορήσουμε, κάπως έτσι τελειώνει η «πρώτη εποχή», από τις τρεις συνολικά της μυθολογίας του Τόλκιν. Η ερώτηση είναι: το κακό λοιπόν εκριζώθηκε και ο κόσμος είναι κάτι σαν παράδεισος; Φυσικά και όχι, ο παράδεισος είναι καλός, αλλά εκεί δεν έχουν νόημα συγκρούσεις, εξελίξεις, ανατροπές κτλ. Έφυγε ο αρχι-κακός, αλλά άφησε τον σπόρο του. Κι αφού ο έκπτωτος Άινου είναι πια «στη στενή» αναλαμβάνουν «τα τσιράκια», με πρώτα στην γραμμή τους Μάιαρ, επίσης κατηγορίας άγγελοι (οι Βάλαρ είναι αρχάγγελοι) ή «υπό-αιώνες», ανάλογα με την προσέγγιση.
Σάουρον
Αρχικακός τώρα είναι ο Σάουρον (Sauron, sorrow=λύπη), ένας Μάιαρ που ακολούθησε στην πτώση τον Μέλκορ και ήταν υπασπιστής του. Κατά την τελευταία μεγάλη μάχη (όπου η ίδια η γεωγραφία της Μέσης-γης άλλαξε) κρύφτηκε και, μεταμφιεσμένος σε ξωτικό, γύρισε σιγά-σιγά στη δράση και στον σκοπό του: την απόλυτη κυριαρχία / ιδιοκτησία της μέσης γης, με παράλληλο ξεφόρτωμα των πιστών του Έρου.
Η δεύτερη εποχή είναι μια πιο «ανθρώπινη» εποχή από άποψη παθών και κινήτρων, αν και αυτά εμφανίστηκαν ήδη ισχυρά στην πρώτη εποχή όταν ο θυμός και η αδυναμία των ξωτικών να ελέγξουν την υπερηφάνειά τους τα οδήγησε πολλές φορές σε απευθείας σύγκρουση με τον σχεδόν-θεϊκό Μόργκοθ και στην συνακόλουθη καταστροφή. Αλλά ο Μόργκοθ ήταν ευθύς στην κακία του, ο Σάουρον έχει μάθει πολλά και πλησιάζει τους ανθρώπους (που πια εμφανίζονται) και τα ξωτικά, αλλά και τους νάνους με τερτίπια. Μελετάει τα αδύνατα σημεία του καθενός. Των ξωτικών την επιθυμία να μείνει η μέση γη για πάντα όπως ήταν (σαν «παγωμένη» Εδέμ), η οποία είναι λάθος γιατί «πάντα ρει και ουδέν μένει». Των ανθρώπων την επιθυμία να γίνουν αθάνατοι, ακόμα κι όταν ζουν πολλά χρόνια (όπως οι Νουμερόριαν, που θυμίζουν έντονα τους Άτλαντες της ελληνικής μυθολογίας). Των νάνων η υπερβολική αγάπη για τα «προϊόντα» των εγκάτων της γης (χρυσό, ασήμι και πετράδια).
Παίζει ο Σάουρον με το θυμικό και τις αδυναμίες όλων δίνοντας μας μια πανίσχυρη (και χριστιανική) αλήθεια: τα πάθη που δεν ελέγχονται, μας ελέγχουν. Η ταπεινότητα είναι η μεγαλύτερη, η ισχυρότερη αρετή. Αλλά σε αυτήν την αρετή θα πλέξει τον ύμνο στην τρίτη εποχή…
Ο Σάουρον νικιέται και το κακό υποχωρεί στις εσχατιές της μέσης γης, χωρίς όμως και πάλι να εκριζώνεται, αφού δεν γίνεται να υπάρχει κόσμος, άνθρωπος και ανέλιξη χωρίς τον κίνδυνο της πτώσης, της καταστροφής. Δεν γίνεται ελευθερία χωρίς δυνατότητα επιλογής. Και καθώς προχωράμε προς την τρίτη εποχή, όλα υποχωρούν μπροστά σε μια υπέρτατη αρετή και σε μια επίσης υπέρτατη αρχή: την ταπεινοφροσύνη και την ελευθερία, αντίστοιχα.
Δεν τα είχε σχεδιάσει όλα ο Τόλκιν από την αρχή. Έτσι όπως και ο Όμηρος, στα νιάτα του αρέσκονταν περισσότερο σε ένδοξους ήρωες σαν τον Αχιλλέα, μετά πέρασε σε τραγικούς ήρωες σαν τον Οδυσσέα και τέλος έφυγε από τους ήρωες και τους βασιλιάδες κι έφτασε στον αληθινό, βαθύ ηρωισμό του απλού καθημερινού ανθρώπου που παλεύει για μια απλή, αλλά με νόημα ζωή και γίνεται ήρωας όταν πιεστεί, όταν δεν έχει άλλη διέξοδο. Αλλά τότε μπορεί να ρίξει από τον θρόνο και τον πιο μεγάλο κι ένδοξο βασιλιά γιατί απλά παλεύει με την ψυχή του και για την ψυχή του…
Καθώς δούλευε το Σιλμαρίλιον, λοιπόν, το επικό, ήρθε μια μεγάλη στιγμή στη ζωή του, να κουβαλήσει το φορτίο του πατέρα. Ο αληθινός πατέρας, είναι ένας απλός καθημερινός ήρωας, που δεν το ξέρει καν. Μέσα λοιπόν στα ταπεινά-σπουδαία καθήκοντά του είναι και τα βραδινά παραμύθια στα παιδιά του. Στα πλαίσια αυτών των καθηκόντων ξεπήδησε το Hobbit (Χόμπιτ). Μια αληθινή παιδική ιστορία, πρόδρομος (prequel) του Άρχοντα, μόνο που τότε ο Τόλκιν δεν το ήξερε. Το Χόμπιτ δανειζόταν στοιχεία από τη Μέση-γη, φιλοδοξώντας αρχικά να είναι απλά ένα παραμύθι μέσα στα πλαίσια ενός παραμυθένιου κόσμου. Ένα απλό παραμύθι, παιδικό και απλό, μόνο που γιγαντώθηκε κι έγινε ΤΟ παραμύθι, επισκιάζοντας όλα τα άλλα πριν και υποτάσσοντας τα επόμενα στον μύθο που έστρωσε… Αυτό που είχε ίδιο με όλα τα πριν και όλα τα μετά ήταν οι βασικές αρχές του Τόλκιν, χριστιανικές και ανθρωπιστικές σε τεράστιο βαθμό. Ο Τόλκιν μέσα από τις ιστορίες του μας περιγράφει τον κόσμο του, τον κόσμο μέσα του, τον κόσμο που θα ήθελε, τον κόσμο που αγαπά. Είναι π.χ. αξιοσημείωτη η επιμονή των «κακών» της Μέσης-γης να εκμεταλλευτούν άγρια, μέχρι καταστροφής, την όμορφη φύση της.
Συνεχίζεται…
Λάζαρος Αργυρίου Βλαχόπουλος
Σύμβουλος Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής